Η Κοπίδα υπήρξε ένα από τα κορυφαία όπλα της Αρχαιότητας, αποτελώντας
πραγματικό πολλαπλασιαστή ισχύος για τους φέροντες, για αιώνες.
Η κοπίδα αποτελεί εξέλιξη της δωρίδας, ενός επίσης μονόστομου όπλου-γεωργικού εργαλείου, αναλόγου με την σημερινή ματσέτα, το οποίο έλαβε το όνομά του από τους Δωριείς, που βάσει αρχαιολογικών τεκμηρίων το χρησιμοποίησαν και κατά την περίφημη «Κάθοδό» τους, η οποία στην πραγματικότητα αφορούσε την επιστροφή των Ηρακλειδών στην Πελοπόννησο, μετά τις αναταράξεις που προκάλεσε ο Τρωικός Πόλεμος.
Η δωρίδα ήταν μια εμπροσθοβαρής, μονόστομη, θλαστική σπάθη και ταυτίζεται, από ορισμένους σύγχρονους μελετητές, με την ομηρική μάχαιρα. Υποδείγματα ορειχάλκινων δωρίδων έχουν έρθει στο φώς, στον Ταφικό Κύκλο Α’ της ακροπόλεως των Μυκηνών.
Σώζεται όμως και παράσταση σε επιτύμβια στήλη, πάλι από τον Ταφικό Κύκλο Α’ των Μυκηνών, στην οποία εικονίζετε άνδρας φέρων δωρίδα να αντιμετωπίζει άρμα.
Πολλοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν πως η συγκεκριμένη παράσταση επιβεβαιώνει τα προλεγόμενα. Υφίσταται όμως μια άκρως σημαντική διαφοροποίηση. Η εν λόγω επιτύμβια στήλη χρονολογείται στον 16ο αιώνα π.Χ.
Το γεγονός αυτό πιστοποιεί ότι η δωρίδα ήταν όπλο πολύ παλαιότερο της Καθόδου των Δωριέων που τοποθετείται χρονικά περί το 1100 π.Χ.
Κατά τον Α’ και Β’ Αποικισμό οι Έλληνες αποίκησαν όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, μέχρι την Ισπανία. Εκεί, ως εξέλιξη της δωρίδας, εμφανίστηκε η ιβηρική σπάθη, η λεγόμενης, σήμερα, falcate, μια μονόστομη, εμπροσθοβαρή, θλαστική σπάθη, μικρού μήκους.
Θλαστικές σπάθες χρησιμοποιούντο, όμως, στη Μέση Ανατολή και στην Αίγυπτο, από τη 2η χιλιετία π.Χ., οι περίφημες ρομφαίες. Η αιγυπτιακή ρομφαία, μάλιστα ονομαζόταν Κόπες (Khopesh ή khepesh), ονομασία που δεν είναι μακριά από την ελληνική λέξη Κοπίς. Οι αιγυπτιακές ρομφαίες είχαν δρεπανοειδές σχήμα και δημιουργήθηκαν για να εξουδετερώνουν τις αντίπαλες ασπίδες και να κατακόπτουν θωρακίσεις.
Την ονομασία ρομφαία έφεραν και τα ανάλογα θρακικά όπλα, τα οποία όμως ήταν εντελώς διαφορετικά σε σχεδίαση, όντας, συνήθως, κυρτά στο εμπρός τμήμα τους, θυμίζοντας τα γιαταγάνια.
Ανάλογες ήταν και οι ρομφαίες (Falx) των βορείων Θρακών, των Δακών. Ωστόσο οι ιβηρικές σπάθες ήταν σαφώς μικρότερες και ελαφρύτερες από τις ελληνικές κοπίδες και ήταν ανάλογες αντιστοίχων θρακικών σπαθιών.
Αντίθετα η κοπίδα ήταν βαρύτερο όπλο. Έλαβε την ονομασία της από το ρήμα κόπτω γιατί ακριβώς αυτός ήταν ο λόγο που δημιουργήθηκε, να κόβει και για την ακρίβεια να κατακόπτει θωρακίσεις.
Η κοπίδα φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε τουλάχιστον από τους Περσικούς Πολέμους όπως φαίνεται από ερυθρόμορφες παραστάσεις. Πιθανότατα χρησιμοποιείτο από τους λεγόμενους Σκοτεινούς Αιώνες (10ος -7ος αι. π.Χ.), εξελισσόμενη, απευθείας, από τη δωρίδα. Ο Ξενοφών, στο Ιππαρχικό του, τη θεωρεί το ιδανικό όπλο για τον εξοπλισμό των ιππέων, καθώς η χρήση της, σε συνδυασμό με την κινητική ενέργεια του ίππου, συνέβαλε στην απόδοση πολύ ισχυρού πλήγματος σε αντίπαλο πεζό, ικανού να συντρίψει ακόμα και την μεγάλη οπλιτική ασπίδα, το Όπλον.
Η κοπίδα, λόγω βάρους και σχήματος, μπορούσε να συντρίψει, επίσης, τόσο τους λινοθώρακες, όσο και τους μυώδεις, μεταλλικούς θώρακες των οπλιτών.
Στην τελευταία περίπτωση, ακόμα και αν δεν κατέστρεφε τον μεταλλικό θώρακα, το ισχυρό της πλήγμα μπορούσε να συμπιέσει το μέταλλο, με αποτέλεσμα να εισέλθει, αυτό, στη σάρκα του οπλίτη φορέα του θώρακα και να τον πληγώσει.
Για τον ίδιο λόγο υιοθετήθηκαν και από τους Έλληνες πεζούς, σε μικρότερη όμως έκταση από ότι στους ιππείς.
Φαίνεται πως υιοθετήθηκαν δύο βασικά υποδείγματα, ένα μήκους κόψης, περί τα 65 εκ. για το ιππικό και ένα μικρότερου μήκους, περί τα 50 εκ. για το πεζικό. Η χρήση της κοπίδας μαζικοποιήθηκε στους Μακεδονικούς χρόνους.
Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην εποχή των Διαδόχων και στους Ελληνιστικούς χρόνους. Υστερούσε όμως έναντι του ρωμαϊκού gladius, το οποίο ήταν όπλο θλαστικό, αλλά και νηκτικό.
Η κοπίδα υπήρξε ένα πολύ ισχυρό, για την εποχή της όπλο, το οποίο επέτρεψε σε ελαφρύτερα οπλισμένους πεζούς να αντιμετωπίζουν βαρύτερο πεζικό, ενώ αποτέλεσε και το βασικό όπλο του ιππικού για αιώνες. Η επίδρασή της στην Ανατολή προκάλεσε την δημιουργία του γιαταγανιού, του κυρτού ανατολίτικου σπαθιού
πηγη armynow
Η κοπίδα αποτελεί εξέλιξη της δωρίδας, ενός επίσης μονόστομου όπλου-γεωργικού εργαλείου, αναλόγου με την σημερινή ματσέτα, το οποίο έλαβε το όνομά του από τους Δωριείς, που βάσει αρχαιολογικών τεκμηρίων το χρησιμοποίησαν και κατά την περίφημη «Κάθοδό» τους, η οποία στην πραγματικότητα αφορούσε την επιστροφή των Ηρακλειδών στην Πελοπόννησο, μετά τις αναταράξεις που προκάλεσε ο Τρωικός Πόλεμος.
Η δωρίδα ήταν μια εμπροσθοβαρής, μονόστομη, θλαστική σπάθη και ταυτίζεται, από ορισμένους σύγχρονους μελετητές, με την ομηρική μάχαιρα. Υποδείγματα ορειχάλκινων δωρίδων έχουν έρθει στο φώς, στον Ταφικό Κύκλο Α’ της ακροπόλεως των Μυκηνών.
Σώζεται όμως και παράσταση σε επιτύμβια στήλη, πάλι από τον Ταφικό Κύκλο Α’ των Μυκηνών, στην οποία εικονίζετε άνδρας φέρων δωρίδα να αντιμετωπίζει άρμα.
Πολλοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν πως η συγκεκριμένη παράσταση επιβεβαιώνει τα προλεγόμενα. Υφίσταται όμως μια άκρως σημαντική διαφοροποίηση. Η εν λόγω επιτύμβια στήλη χρονολογείται στον 16ο αιώνα π.Χ.
Το γεγονός αυτό πιστοποιεί ότι η δωρίδα ήταν όπλο πολύ παλαιότερο της Καθόδου των Δωριέων που τοποθετείται χρονικά περί το 1100 π.Χ.
Κατά τον Α’ και Β’ Αποικισμό οι Έλληνες αποίκησαν όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, μέχρι την Ισπανία. Εκεί, ως εξέλιξη της δωρίδας, εμφανίστηκε η ιβηρική σπάθη, η λεγόμενης, σήμερα, falcate, μια μονόστομη, εμπροσθοβαρή, θλαστική σπάθη, μικρού μήκους.
Θλαστικές σπάθες χρησιμοποιούντο, όμως, στη Μέση Ανατολή και στην Αίγυπτο, από τη 2η χιλιετία π.Χ., οι περίφημες ρομφαίες. Η αιγυπτιακή ρομφαία, μάλιστα ονομαζόταν Κόπες (Khopesh ή khepesh), ονομασία που δεν είναι μακριά από την ελληνική λέξη Κοπίς. Οι αιγυπτιακές ρομφαίες είχαν δρεπανοειδές σχήμα και δημιουργήθηκαν για να εξουδετερώνουν τις αντίπαλες ασπίδες και να κατακόπτουν θωρακίσεις.
Την ονομασία ρομφαία έφεραν και τα ανάλογα θρακικά όπλα, τα οποία όμως ήταν εντελώς διαφορετικά σε σχεδίαση, όντας, συνήθως, κυρτά στο εμπρός τμήμα τους, θυμίζοντας τα γιαταγάνια.
Ανάλογες ήταν και οι ρομφαίες (Falx) των βορείων Θρακών, των Δακών. Ωστόσο οι ιβηρικές σπάθες ήταν σαφώς μικρότερες και ελαφρύτερες από τις ελληνικές κοπίδες και ήταν ανάλογες αντιστοίχων θρακικών σπαθιών.
Αντίθετα η κοπίδα ήταν βαρύτερο όπλο. Έλαβε την ονομασία της από το ρήμα κόπτω γιατί ακριβώς αυτός ήταν ο λόγο που δημιουργήθηκε, να κόβει και για την ακρίβεια να κατακόπτει θωρακίσεις.
Η κοπίδα φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε τουλάχιστον από τους Περσικούς Πολέμους όπως φαίνεται από ερυθρόμορφες παραστάσεις. Πιθανότατα χρησιμοποιείτο από τους λεγόμενους Σκοτεινούς Αιώνες (10ος -7ος αι. π.Χ.), εξελισσόμενη, απευθείας, από τη δωρίδα. Ο Ξενοφών, στο Ιππαρχικό του, τη θεωρεί το ιδανικό όπλο για τον εξοπλισμό των ιππέων, καθώς η χρήση της, σε συνδυασμό με την κινητική ενέργεια του ίππου, συνέβαλε στην απόδοση πολύ ισχυρού πλήγματος σε αντίπαλο πεζό, ικανού να συντρίψει ακόμα και την μεγάλη οπλιτική ασπίδα, το Όπλον.
Η κοπίδα, λόγω βάρους και σχήματος, μπορούσε να συντρίψει, επίσης, τόσο τους λινοθώρακες, όσο και τους μυώδεις, μεταλλικούς θώρακες των οπλιτών.
Στην τελευταία περίπτωση, ακόμα και αν δεν κατέστρεφε τον μεταλλικό θώρακα, το ισχυρό της πλήγμα μπορούσε να συμπιέσει το μέταλλο, με αποτέλεσμα να εισέλθει, αυτό, στη σάρκα του οπλίτη φορέα του θώρακα και να τον πληγώσει.
Για τον ίδιο λόγο υιοθετήθηκαν και από τους Έλληνες πεζούς, σε μικρότερη όμως έκταση από ότι στους ιππείς.
Φαίνεται πως υιοθετήθηκαν δύο βασικά υποδείγματα, ένα μήκους κόψης, περί τα 65 εκ. για το ιππικό και ένα μικρότερου μήκους, περί τα 50 εκ. για το πεζικό. Η χρήση της κοπίδας μαζικοποιήθηκε στους Μακεδονικούς χρόνους.
Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην εποχή των Διαδόχων και στους Ελληνιστικούς χρόνους. Υστερούσε όμως έναντι του ρωμαϊκού gladius, το οποίο ήταν όπλο θλαστικό, αλλά και νηκτικό.
Η κοπίδα υπήρξε ένα πολύ ισχυρό, για την εποχή της όπλο, το οποίο επέτρεψε σε ελαφρύτερα οπλισμένους πεζούς να αντιμετωπίζουν βαρύτερο πεζικό, ενώ αποτέλεσε και το βασικό όπλο του ιππικού για αιώνες. Η επίδρασή της στην Ανατολή προκάλεσε την δημιουργία του γιαταγανιού, του κυρτού ανατολίτικου σπαθιού
πηγη armynow
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου