Η Φράνσις Ντέιλ, συγγραφέας εννέα μυθιστορημάτων και πολλών παιδικών
βιβλίων, αρνήθηκε να εισπράξει τα κέρδη της από το τελευταίο της βιβλίο.
Όπως εξήγησε στον εκδότη της, το συγκεκριμένο βιβλίο δεν ήταν δικό της
έργο, αλλά συγγραφέας του ήταν κάποιος ιερέας, ο οποίος έζησε πριν από
εννέα εκατομμύρια χρόνια στην καταποντισμένη ήπειρο της Ατλαντίδας.
Συμπληρωματικά, δήλωσε πως ο ιερέας της υπαγόρευσε κάθε φράση και κάθε λέξη, έτσι της ήταν αδύνατο να θεωρήσει το εν λόγω βιβλίο δικό της. Όταν ρωτήθηκε από τους έκπληκτους δημοσιογράφους που την επισκέφτηκαν στο σπίτι της στο Κένσινγκτον της Αγγλίας, εκείνη επέμεινε πως ένα φάντασμα από την Ατλαντίδα, υπαγόρευσε τα έργα της.
Εξήγησε ακόμη πως δεν πίστευε στον πνευματισμό και στα διάμεσα (μέντιουμ), αλλά της ήταν αδιανόητο να μην παραδεχτεί την απρόσμενη, μεταφυσική βοήθεια που δεχόταν στα δύο τελευταία της βιβλία, από τον ιερέα της μυθικής ηπείρου. Τα δύο αυτά βιβλία πραγματεύονταν την ιστορία της Ατλαντίδας και παραδέχτηκε ότι ήταν πολύ καλύτερα από αυτά που θα μπορούσε να γράψει ποτέ η ίδια.
Η Φράνσις Ντέιλ περιέγραψε πώς ξεκίνησε η ανορθόδοξη υπαγόρευση. Κάποια στιγμή που εργαζόταν, άκουσε πεντακάθαρα μια φωνή που της έλεγε: “Γράψε αυτά που θα σου πω. Λέγομαι Άρματρος, ανώτερος ιερέας της Ατλαντίδας. Πρέπει να μεταδώσω ένα ζωτικό μήνυμα, για τους φοβερούς κινδύνους που απειλούν τον πολιτισμό μας”.
Η Ντέιλ ισχυρίστηκε πως ο Άρματρος υπαγόρευσε το πρώτο βιβλίο με πολύ μεγάλη ταχύτητα, τόσο που εκείνη έγραφε στη γραφομηχανή όσα άκουγε, αλλά δεν προλάβαινε να κατανοήσει το κείμενο. Ενώ κανονικά η ταχύτητα δακτυλογράφησής της ήταν 40 λέξεις το λεπτό, ανακάλυψε ότι πλέον μπορούσε να δακτυλογραφεί περίπου 93 λέξεις το λεπτό. Μάλιστα, οι τελευταίες 7.500 λέξεις του πρώτου μυθιστορήματος ολοκληρώθηκαν μέσα σε μόλις 80 λεπτά και αμέσως μετά, απολύτως εξαντλημένη από την υπερπροσπάθεια, λιποθύμησε.
Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ποτέ δεν είχε διαβάσει βιβλία σχετικά με τη μυθική ήπειρο και συχνά ευχόταν να είχε διαλέξει ο ιερέας κάποιον άλλο, για να του συγγράψει τα έργα του, καθώς εκείνη ήταν πολύ απασχολημένη με τα δικά της.
Ο εκδότης της, Άντριου Ντέικερς, εξεπλάγη κατάφορα από την άρνησή της να εισπράξει τα κέρδη της, αλλά ο ίδιος έκρινε πως η Φράνσις πίστευε βαθιά στους ισχυρισμούς της.
Ο Άντριου Ντέικερς είπε ακόμα στους δημοσιογράφους ότι η Φράνσις Ντέιλ επιθυμούσε να της δημοσιεύσει πέντε ακόμη έργα, τα οποία περίμενε να της υπαγορευθούν από τον Άρματρο, με τη συμφωνία ότι δε θα δεχόταν συγγραφικά δικαιώματα, παρά μόνο την αμοιβή της ως δακτυλογράφου.
Ο σύζυγος της Φράνσις, οι φίλοι, οι υπηρέτες και η γραμματέας της είχαν αποδεχτεί και συνηθίσει την αλλόκοτη σχέση της με τον Άρματρο και την άφηναν μόνη, όταν εκείνος την καλούσε, για να του γράψει τις ιστορίες του.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, στις 24/11/1949…
Συμπληρωματικά, δήλωσε πως ο ιερέας της υπαγόρευσε κάθε φράση και κάθε λέξη, έτσι της ήταν αδύνατο να θεωρήσει το εν λόγω βιβλίο δικό της. Όταν ρωτήθηκε από τους έκπληκτους δημοσιογράφους που την επισκέφτηκαν στο σπίτι της στο Κένσινγκτον της Αγγλίας, εκείνη επέμεινε πως ένα φάντασμα από την Ατλαντίδα, υπαγόρευσε τα έργα της.
Εξήγησε ακόμη πως δεν πίστευε στον πνευματισμό και στα διάμεσα (μέντιουμ), αλλά της ήταν αδιανόητο να μην παραδεχτεί την απρόσμενη, μεταφυσική βοήθεια που δεχόταν στα δύο τελευταία της βιβλία, από τον ιερέα της μυθικής ηπείρου. Τα δύο αυτά βιβλία πραγματεύονταν την ιστορία της Ατλαντίδας και παραδέχτηκε ότι ήταν πολύ καλύτερα από αυτά που θα μπορούσε να γράψει ποτέ η ίδια.
Η Φράνσις Ντέιλ περιέγραψε πώς ξεκίνησε η ανορθόδοξη υπαγόρευση. Κάποια στιγμή που εργαζόταν, άκουσε πεντακάθαρα μια φωνή που της έλεγε: “Γράψε αυτά που θα σου πω. Λέγομαι Άρματρος, ανώτερος ιερέας της Ατλαντίδας. Πρέπει να μεταδώσω ένα ζωτικό μήνυμα, για τους φοβερούς κινδύνους που απειλούν τον πολιτισμό μας”.
Η Ντέιλ ισχυρίστηκε πως ο Άρματρος υπαγόρευσε το πρώτο βιβλίο με πολύ μεγάλη ταχύτητα, τόσο που εκείνη έγραφε στη γραφομηχανή όσα άκουγε, αλλά δεν προλάβαινε να κατανοήσει το κείμενο. Ενώ κανονικά η ταχύτητα δακτυλογράφησής της ήταν 40 λέξεις το λεπτό, ανακάλυψε ότι πλέον μπορούσε να δακτυλογραφεί περίπου 93 λέξεις το λεπτό. Μάλιστα, οι τελευταίες 7.500 λέξεις του πρώτου μυθιστορήματος ολοκληρώθηκαν μέσα σε μόλις 80 λεπτά και αμέσως μετά, απολύτως εξαντλημένη από την υπερπροσπάθεια, λιποθύμησε.
Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ποτέ δεν είχε διαβάσει βιβλία σχετικά με τη μυθική ήπειρο και συχνά ευχόταν να είχε διαλέξει ο ιερέας κάποιον άλλο, για να του συγγράψει τα έργα του, καθώς εκείνη ήταν πολύ απασχολημένη με τα δικά της.
Ο εκδότης της, Άντριου Ντέικερς, εξεπλάγη κατάφορα από την άρνησή της να εισπράξει τα κέρδη της, αλλά ο ίδιος έκρινε πως η Φράνσις πίστευε βαθιά στους ισχυρισμούς της.
Ο Άντριου Ντέικερς είπε ακόμα στους δημοσιογράφους ότι η Φράνσις Ντέιλ επιθυμούσε να της δημοσιεύσει πέντε ακόμη έργα, τα οποία περίμενε να της υπαγορευθούν από τον Άρματρο, με τη συμφωνία ότι δε θα δεχόταν συγγραφικά δικαιώματα, παρά μόνο την αμοιβή της ως δακτυλογράφου.
Ο σύζυγος της Φράνσις, οι φίλοι, οι υπηρέτες και η γραμματέας της είχαν αποδεχτεί και συνηθίσει την αλλόκοτη σχέση της με τον Άρματρο και την άφηναν μόνη, όταν εκείνος την καλούσε, για να του γράψει τις ιστορίες του.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, στις 24/11/1949…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου