Τη δεκαετία του 1930, ο διάσημος Αμερικανός δημοσιογράφος William
Seabrook πραγματοποίησε μια πρωτότυπη και συνάμα, καταπληκτική έρευνα
για τα ανδρείκελα που σκοτώνουν!
Ως αφορμή για αυτό το συνταρακτικό ρεπορτάζ του William Seabrook, αποτέλεσε μια άκρως μυστηριώδης υπόθεση, που είχε αναστατώσει το Παρίσι. Ένας από τους πιο γνωστούς ιατρούς της Πόλης του Φωτός, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ, βρέθηκε μια νύχτα νεκρός στο παράξενο διαμέρισμά του, σε μια παλιά και απόμερη έπαυλη του Σαιν Κλου. Ο ιατρός αυτός διηύθυνε από χρόνια ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία του Παρισιού και θεωρούνταν από όλους ως κορυφή της Επιστήμης. Επιπλέον, ήταν περιζήτητος στα κοσμικά σαλόνια, καθώς ήταν ένας πνευματώδης ομιλητής και εύθυμος συνδαιτυμών.
Παρόλα αυτά, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ ήταν κατά βάση ένας αινιγματικός άνθρωπος. Του άρεσε να περνά ατελείωτες ώρες πάνω από τα παλιά βιβλία του, ολομόναχος. Ο ιατροδικαστής, ύστερα από προσεκτική εξέταση του πτώματός του, διαπίστωσε ότι ο ιατρός είχε αυτοκτονήσει.
Άραγε, για ποιο λόγο; Φυσικά, ήταν έργο των Αστυνομικών να το ανακαλύψουν, οι οποίοι είχαν κυριολεκτικά σαστίσει μέσα στο τραγικό διαμέρισμα του αυτόχειρα. Τα δωμάτια του πρώτου ορόφου της βίλας έμοιαζαν με μουσείο κέρινων ομοιωμάτων, όπως το περίφημο μουσείο της Madame Tussauds, στο Λονδίνο. Με άλλα λόγια, τα δωμάτια ήταν ασφυκτικά γεμάτα από μεγάλες κέρινες κούκλες, ντυμένες με πολυτελή μεταξωτά υφάσματα, που παρίσταναν τις ωραιότερες κυρίες της αριστοκρατίας του Παρισιού. Η ομοιότητα ήταν τόσο εκπληκτική, ώστε οι Αστυνομικοί πίστεψαν για μια στιγμή ότι βρίσκονταν ενώπιον βαλσαμωμένων γυναικών!
Όλες αυτές οι κέρινες κούκλες είχαν φυσικό μέγεθος και είχαν, επίσης, τοποθετηθεί σε φυσικές στάσεις. Μια από αυτές καθόταν μπροστά στο πιάνο, άλλη ήταν ξαπλωμένη στο ντιβάνι, μια άλλη καθόταν αναπαυτικά σε μια βαθιά πολυθρόνα και ούτω καθεξής…
Η ανάκριση, λοιπόν, η οποία είχε τελεστεί με απόλυτη διακριτικότητα, έφερε στο φως διάφορες λεπτομέρειες, που παρουσίαζαν τον έγκριτο επιστήμονα ως παράφρονα. Μόλις ο διακεκριμένος αυτός ιατρός ερωτευόταν μια αριστοκρατική κυρία, αντί να της εξομολογηθεί τον έρωτά του, όπως θα έκανε κάθε άντρας, κατέφευγε σε έναν μεγαλοφυή Λευκορώσο γλύπτη, ειδικό στις κέρινες κούκλες και του παράγγελνε το ομοίωμα της λατρευτής του.
Κατόπιν, αγόραζε από τη μοδίστρα της αγαπημένης του ένα βραδινό, επίσημο φόρεμα, ίδιο με εκείνο που φορούσε η γυναίκα την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Ύστερα, έντυνε την κούκλα με το πανάκριβο φόρεμα και την τοποθετούσε προσεκτικά στο αλλόκοτο διαμέρισμα της μυστηριακής βίλας του. Με αυτόν τον τρόπο, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ είχε συγκεντρώσει δώδεκα πανέμορφες κέρινες κούκλες, ομοιώματα δώδεκα ξακουστών καλλονών, που κρατούσαν τα σκήπτρα της κομψότητας στη γαλλική πρωτεύουσα.
Μα, γιατί είχε προβεί σε αυτοχειρία ο ιδιόρρυθμος αυτός άντρας; Ένας από τους Αστυνομικούς, που είχαν αναλάβει να διαφωτίσουν την πολύπλοκη υπόθεση, ο Επιθεωρητής Πριολέ, παρατήρησε κάτι εξόχως απίθανο. Μια από τις κέρινες κούκλες, που ήταν το ομοίωμα μιας νεαρής και βαθύπλουτης χήρας, η οποία εσχάτως είχε νυμφευτεί έναν Άγγλο πρωταθλητή του γκολφ, είχε μια σφαίρα στο μέρος της καρδιάς!
Αυτή η σφαίρα διέλυσε πλήρως το μυστήριο. Ο ερωτευμένος ιατρός, απογοητευμένος από τον γάμο της αγαπημένης του, φύτεψε μια σφαίρα στην καρδιά της και έπειτα, αυτοκτόνησε, τινάζοντας τα μυαλά του στον αέρα. Επρόκειτο, λοιπόν, για μια πρωτοφανή ερωτική τραγωδία, με ήρωα την κέρινη κούκλα και τον ημιπαράφρονα Κλεραμπώλ.
Έτσι, λοιπόν, ο πασίγνωστος Αμερικανός δημοσιογράφος William Seabrook, ορμώμενος από αυτή την παράξενη υπόθεση, ερεύνησε μανιωδώς και ανακάλυψε μια ολόκληρη σειρά τέτοιων παράδοξων περιπτώσεων, στις οποίες οι κέρινες κούκλες έπαιζαν έναν εγκληματικό ρόλο.
Ως πρώτο παράδειγμα, παρέθεσε τον τραγικό θάνατο του Ισπανού συγγραφέα, Πέδρο Αγιάλα, ο οποίος είχε βρεθεί ένα πρωί κρεμασμένος από το κιγκλίδωμα της σκάλας του. Κάτω, στο τελευταίο σκαλοπάτι, κείτονταν θρυμματισμένη μια κέρινη κούκλα, που παρίστανε μια όμορφη γυναίκα, με μαύρα μαλλιά και μεγάλα, καστιλλιάνικα και αμυγδαλωτά μάτια.
Η ιστορία του κέρινου αυτού ομοιώματος ήταν από τις πιο συγκινητικές. Ο Αγιάλα είχε παντρευτεί πολύ νέος μια ωραιότατη χορεύτρια, τη Ροζάριο και είχε ζήσει μαζί της πολύ ευτυχισμένος για λίγα χρόνια. Η Ροζάριο, όμως, ήταν φυματική και πέθανε τελικά σ’ ένα σανατόριο της Ανδαλουσίας. Ο Αγιάλα, τότε, τρελός από την απελπισία του, βαλσάμωσε το πτώμα της και το μετέφερε στη Μαδρίτη.
Εκεί, το παρέδωσε σε μια βιοτεχνία, που κατασκεύαζε κέρινες κούκλες, για να του φτιάξουν το ομοίωμα της όμορφης χορεύτριας και κατόπιν, έθαψε τη βαλσαμωμένη νεκρή και κράτησε το κέρινο ομοίωμά της στο σπίτι του. Από τότε, ο θλιμμένος συγγραφέας ζούσε μαζί του. Μα, μια νύχτα που αποπειράθηκε να το μεταφέρει από τον επάνω όροφο στον κάτω, η κούκλα ξέφυγε απ’ τα χέρια του και έγινε συντρίμμια. Ο Αγιάλα, έξαλλος από την απόγνωσή του, πέρασε μια τριχιά γύρω από τον λαιμό του και κρεμάστηκε, ανήμπορος να ζήσει χωρίς τη συντροφιά της κέρινης κούκλας του.
Πιο τραγική ακόμη υπήρξε η ιστορία του Αμερικανού βιομηχάνου Τζέιμς Χουάιτ, ο οποίος διατηρούσε το κέρινο ομοίωμα της κόρης του, που είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό ατύχημα, σε κάποιο από τα δωμάτια του μεγάρου του και στο οποίο δεν επέτρεπε να μπει κανείς, εκτός από τον ίδιο, ούτε ακόμη και οι υπηρέτες του.
Ένα βράδυ, επιστρέφοντας ξαφνικά από ταξίδι, είδε κατάπληκτος φως μέσα από αυτό το δωμάτιο. Ένας από τους υπηρέτες του, ο περίεργος Πέτερ Κόγκαν, θέλησε να παραβιάσει το μυστικό του κυρίου του και επωφελούμενος από την απουσία του, μπήκε με αντικλείδι στο δωμάτιο της κέρινης κούκλας. Ο βιομήχανος έπιασε επ’ αυτοφόρω τον απείθαρχο υπηρέτη και θεωρώντας την εισβολή του ως βεβήλωση της μνήμης της νεκρής κόρης του, έβγαλε το πιστόλι του, τυφλωμένος από τον θυμό του, τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ο ίδιος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο.
Μια ακόμα πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν εκείνη του Άγγλου εισοδηματία, Τζον Τρέβορ, ο οποίος όταν έχασε την πολυαγαπημένη του σύζυγο, ζήτησε να αφαιρέσουν την καρδιά της και κατόπιν, τη βαλσάμωσε. Στη συνέχεια, παράγγειλε σε μια βιοτεχνία του Λονδίνου μια κέρινη κούκλα, ακριβές ομοίωμα της αποθανούσης και έδωσε τη βαλσαμωμένη της καρδιά, ώστε να την τοποθετήσουν μέσα στο στήθος του ανδρείκελου. Έτσι κι έγινε. Μα, την τελευταία στιγμή, πριν φτάσει ο Τρέβορ για να την παραλάβει, ένας υπάλληλος την πούλησε κατά λάθος, αντί μιας άλλης, σ’ έναν συνεργαζόμενο έμπορο.
Ο εισοδηματίας άρχισε να περιφέρεται σαν μισοπάλαβος στα διάφορα μαγαζιά του Λονδίνου. Τέλος, κατόρθωσε να εντοπίσει τον έμπορο, από τον οποίο πληροφορήθηκε ότι η κούκλα με τη βαλσαμωμένη καρδιά είχε σταλθεί στη Σκωτία, όπου και είχε αποτεφρωθεί σε κάποια κηδεία.
Ο Τζον Τρέβορ, μην μπορώντας να αντέξει τα απίστευτα νέα, έχασε τα λογικά του. Επέστρεψε στη βιοτεχνία, βρήκε τον υπάλληλο που είχε κάνει το μοιραίο λάθος και τον σκότωσε εν ψυχρώ. Έπειτα, παραδόθηκε χωρίς καμιά αντίσταση στους Αστυνομικούς, οι οποίοι τελικά τον έκλεισαν σε φρενοκομείο στα περίχωρα του Λονδίνου.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 11/07/1935…
Ως αφορμή για αυτό το συνταρακτικό ρεπορτάζ του William Seabrook, αποτέλεσε μια άκρως μυστηριώδης υπόθεση, που είχε αναστατώσει το Παρίσι. Ένας από τους πιο γνωστούς ιατρούς της Πόλης του Φωτός, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ, βρέθηκε μια νύχτα νεκρός στο παράξενο διαμέρισμά του, σε μια παλιά και απόμερη έπαυλη του Σαιν Κλου. Ο ιατρός αυτός διηύθυνε από χρόνια ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία του Παρισιού και θεωρούνταν από όλους ως κορυφή της Επιστήμης. Επιπλέον, ήταν περιζήτητος στα κοσμικά σαλόνια, καθώς ήταν ένας πνευματώδης ομιλητής και εύθυμος συνδαιτυμών.
Παρόλα αυτά, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ ήταν κατά βάση ένας αινιγματικός άνθρωπος. Του άρεσε να περνά ατελείωτες ώρες πάνω από τα παλιά βιβλία του, ολομόναχος. Ο ιατροδικαστής, ύστερα από προσεκτική εξέταση του πτώματός του, διαπίστωσε ότι ο ιατρός είχε αυτοκτονήσει.
Άραγε, για ποιο λόγο; Φυσικά, ήταν έργο των Αστυνομικών να το ανακαλύψουν, οι οποίοι είχαν κυριολεκτικά σαστίσει μέσα στο τραγικό διαμέρισμα του αυτόχειρα. Τα δωμάτια του πρώτου ορόφου της βίλας έμοιαζαν με μουσείο κέρινων ομοιωμάτων, όπως το περίφημο μουσείο της Madame Tussauds, στο Λονδίνο. Με άλλα λόγια, τα δωμάτια ήταν ασφυκτικά γεμάτα από μεγάλες κέρινες κούκλες, ντυμένες με πολυτελή μεταξωτά υφάσματα, που παρίσταναν τις ωραιότερες κυρίες της αριστοκρατίας του Παρισιού. Η ομοιότητα ήταν τόσο εκπληκτική, ώστε οι Αστυνομικοί πίστεψαν για μια στιγμή ότι βρίσκονταν ενώπιον βαλσαμωμένων γυναικών!
Όλες αυτές οι κέρινες κούκλες είχαν φυσικό μέγεθος και είχαν, επίσης, τοποθετηθεί σε φυσικές στάσεις. Μια από αυτές καθόταν μπροστά στο πιάνο, άλλη ήταν ξαπλωμένη στο ντιβάνι, μια άλλη καθόταν αναπαυτικά σε μια βαθιά πολυθρόνα και ούτω καθεξής…
Η ανάκριση, λοιπόν, η οποία είχε τελεστεί με απόλυτη διακριτικότητα, έφερε στο φως διάφορες λεπτομέρειες, που παρουσίαζαν τον έγκριτο επιστήμονα ως παράφρονα. Μόλις ο διακεκριμένος αυτός ιατρός ερωτευόταν μια αριστοκρατική κυρία, αντί να της εξομολογηθεί τον έρωτά του, όπως θα έκανε κάθε άντρας, κατέφευγε σε έναν μεγαλοφυή Λευκορώσο γλύπτη, ειδικό στις κέρινες κούκλες και του παράγγελνε το ομοίωμα της λατρευτής του.
Κατόπιν, αγόραζε από τη μοδίστρα της αγαπημένης του ένα βραδινό, επίσημο φόρεμα, ίδιο με εκείνο που φορούσε η γυναίκα την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Ύστερα, έντυνε την κούκλα με το πανάκριβο φόρεμα και την τοποθετούσε προσεκτικά στο αλλόκοτο διαμέρισμα της μυστηριακής βίλας του. Με αυτόν τον τρόπο, ο δόκτωρ Κλεραμπώλ είχε συγκεντρώσει δώδεκα πανέμορφες κέρινες κούκλες, ομοιώματα δώδεκα ξακουστών καλλονών, που κρατούσαν τα σκήπτρα της κομψότητας στη γαλλική πρωτεύουσα.
Μα, γιατί είχε προβεί σε αυτοχειρία ο ιδιόρρυθμος αυτός άντρας; Ένας από τους Αστυνομικούς, που είχαν αναλάβει να διαφωτίσουν την πολύπλοκη υπόθεση, ο Επιθεωρητής Πριολέ, παρατήρησε κάτι εξόχως απίθανο. Μια από τις κέρινες κούκλες, που ήταν το ομοίωμα μιας νεαρής και βαθύπλουτης χήρας, η οποία εσχάτως είχε νυμφευτεί έναν Άγγλο πρωταθλητή του γκολφ, είχε μια σφαίρα στο μέρος της καρδιάς!
Αυτή η σφαίρα διέλυσε πλήρως το μυστήριο. Ο ερωτευμένος ιατρός, απογοητευμένος από τον γάμο της αγαπημένης του, φύτεψε μια σφαίρα στην καρδιά της και έπειτα, αυτοκτόνησε, τινάζοντας τα μυαλά του στον αέρα. Επρόκειτο, λοιπόν, για μια πρωτοφανή ερωτική τραγωδία, με ήρωα την κέρινη κούκλα και τον ημιπαράφρονα Κλεραμπώλ.
Έτσι, λοιπόν, ο πασίγνωστος Αμερικανός δημοσιογράφος William Seabrook, ορμώμενος από αυτή την παράξενη υπόθεση, ερεύνησε μανιωδώς και ανακάλυψε μια ολόκληρη σειρά τέτοιων παράδοξων περιπτώσεων, στις οποίες οι κέρινες κούκλες έπαιζαν έναν εγκληματικό ρόλο.
Ως πρώτο παράδειγμα, παρέθεσε τον τραγικό θάνατο του Ισπανού συγγραφέα, Πέδρο Αγιάλα, ο οποίος είχε βρεθεί ένα πρωί κρεμασμένος από το κιγκλίδωμα της σκάλας του. Κάτω, στο τελευταίο σκαλοπάτι, κείτονταν θρυμματισμένη μια κέρινη κούκλα, που παρίστανε μια όμορφη γυναίκα, με μαύρα μαλλιά και μεγάλα, καστιλλιάνικα και αμυγδαλωτά μάτια.
Η ιστορία του κέρινου αυτού ομοιώματος ήταν από τις πιο συγκινητικές. Ο Αγιάλα είχε παντρευτεί πολύ νέος μια ωραιότατη χορεύτρια, τη Ροζάριο και είχε ζήσει μαζί της πολύ ευτυχισμένος για λίγα χρόνια. Η Ροζάριο, όμως, ήταν φυματική και πέθανε τελικά σ’ ένα σανατόριο της Ανδαλουσίας. Ο Αγιάλα, τότε, τρελός από την απελπισία του, βαλσάμωσε το πτώμα της και το μετέφερε στη Μαδρίτη.
Εκεί, το παρέδωσε σε μια βιοτεχνία, που κατασκεύαζε κέρινες κούκλες, για να του φτιάξουν το ομοίωμα της όμορφης χορεύτριας και κατόπιν, έθαψε τη βαλσαμωμένη νεκρή και κράτησε το κέρινο ομοίωμά της στο σπίτι του. Από τότε, ο θλιμμένος συγγραφέας ζούσε μαζί του. Μα, μια νύχτα που αποπειράθηκε να το μεταφέρει από τον επάνω όροφο στον κάτω, η κούκλα ξέφυγε απ’ τα χέρια του και έγινε συντρίμμια. Ο Αγιάλα, έξαλλος από την απόγνωσή του, πέρασε μια τριχιά γύρω από τον λαιμό του και κρεμάστηκε, ανήμπορος να ζήσει χωρίς τη συντροφιά της κέρινης κούκλας του.
Πιο τραγική ακόμη υπήρξε η ιστορία του Αμερικανού βιομηχάνου Τζέιμς Χουάιτ, ο οποίος διατηρούσε το κέρινο ομοίωμα της κόρης του, που είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό ατύχημα, σε κάποιο από τα δωμάτια του μεγάρου του και στο οποίο δεν επέτρεπε να μπει κανείς, εκτός από τον ίδιο, ούτε ακόμη και οι υπηρέτες του.
Ένα βράδυ, επιστρέφοντας ξαφνικά από ταξίδι, είδε κατάπληκτος φως μέσα από αυτό το δωμάτιο. Ένας από τους υπηρέτες του, ο περίεργος Πέτερ Κόγκαν, θέλησε να παραβιάσει το μυστικό του κυρίου του και επωφελούμενος από την απουσία του, μπήκε με αντικλείδι στο δωμάτιο της κέρινης κούκλας. Ο βιομήχανος έπιασε επ’ αυτοφόρω τον απείθαρχο υπηρέτη και θεωρώντας την εισβολή του ως βεβήλωση της μνήμης της νεκρής κόρης του, έβγαλε το πιστόλι του, τυφλωμένος από τον θυμό του, τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ο ίδιος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο.
Μια ακόμα πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν εκείνη του Άγγλου εισοδηματία, Τζον Τρέβορ, ο οποίος όταν έχασε την πολυαγαπημένη του σύζυγο, ζήτησε να αφαιρέσουν την καρδιά της και κατόπιν, τη βαλσάμωσε. Στη συνέχεια, παράγγειλε σε μια βιοτεχνία του Λονδίνου μια κέρινη κούκλα, ακριβές ομοίωμα της αποθανούσης και έδωσε τη βαλσαμωμένη της καρδιά, ώστε να την τοποθετήσουν μέσα στο στήθος του ανδρείκελου. Έτσι κι έγινε. Μα, την τελευταία στιγμή, πριν φτάσει ο Τρέβορ για να την παραλάβει, ένας υπάλληλος την πούλησε κατά λάθος, αντί μιας άλλης, σ’ έναν συνεργαζόμενο έμπορο.
Ο εισοδηματίας άρχισε να περιφέρεται σαν μισοπάλαβος στα διάφορα μαγαζιά του Λονδίνου. Τέλος, κατόρθωσε να εντοπίσει τον έμπορο, από τον οποίο πληροφορήθηκε ότι η κούκλα με τη βαλσαμωμένη καρδιά είχε σταλθεί στη Σκωτία, όπου και είχε αποτεφρωθεί σε κάποια κηδεία.
Ο Τζον Τρέβορ, μην μπορώντας να αντέξει τα απίστευτα νέα, έχασε τα λογικά του. Επέστρεψε στη βιοτεχνία, βρήκε τον υπάλληλο που είχε κάνει το μοιραίο λάθος και τον σκότωσε εν ψυχρώ. Έπειτα, παραδόθηκε χωρίς καμιά αντίσταση στους Αστυνομικούς, οι οποίοι τελικά τον έκλεισαν σε φρενοκομείο στα περίχωρα του Λονδίνου.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 11/07/1935…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου