Το κατάλληλο σκηνικό για κάθε τρομακτική διήγηση συνηθίζεται να είναι ένα απομονωμένο μέρος, όπου κάποιος ανυποψίαστος άνθρωπος μένει μόνος του. Έτσι συμβαίνει και με την ιστορία ενός φαντάρου, ο οποίος με έναν ακόμη φίλο του φυλάνε σκοπιά στην «πινέζα του χάρτη». Κάποια στιγμή ο ένας από τους δύο φεύγει για λίγο και ο φαντάρος που φυλάει τη σκοπιά μένει μόνος του.
Σε
λίγο ακούει βήματα και μέσα στο σκοτάδι βλέπει να ξεπροβάλλει η φιγούρα
μιας μαυροφορεμένης γριούλας με το πρόσωπό της καλυμμένο από μια μαύρη
μαντήλα. Τρομαγμένος ο φαντάρος, τη ρωτάει τι θέλει αλλά εκείνη δεν
αποκρίνεται. Αντιθέτως, συνεχίζει να πλησιάζει προς το μέρος του.
Εκείνος της φωνάζει να μην προχωρήσει αλλά εκείνη επιμένει να πλησιάζει
παρόλο που πλέον τον ακούει να οπλίζει.
Ξαφνικά
η γιαγιά κοντοστέκεται, σηκώνει λίγο το κεφάλι της, τόσο ώστε να
φαίνονται τα καταγάλανα τρομακτικά της μάτια και του λέει «Αυτό που
έχεις στην δεξιά σου τσέπη, να ξέρεις… σε έσωσε». Μέχρι ο φαντάρος να
καταλάβει τί γίνεται, εκείνη έχει γυρίσει την πλάτη της κι έχει
εξαφανιστεί καθώς εκείνος βάζει το χέρι του στη δεξιά του τσέπη και
πράγματι βρίσκει ψίχουλα από αντίδωρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου