Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΠΩΣ ΜΕΤΑΦΕΡΘΗΚΕ
Ήδη από τις αρχές Απριλίου
1941, και εφόσον διαφαίνεται η ήττα της χώρας, η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤΕ) με
έδρα την Αθήνα έλαβε εντολή να αρχίσει τις προετοιμασίες για να ακολουθήσει την
κυβέρνηση με τα αποθεματικά της προς «εδάφη που δεν έχουν καταληφθεί».
Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν έρθει στη δημοσιότητα, το ολικό φορτίο του αποθέματος της Ελλάδος ανήρχετο σε 611.000 ουγκιές χρυσού (περίπου 17,4 τόνους) σε μορφή ράβδων και λιρών.
Η εντολή για τη μεταφορά ήρθε με την είδηση της διάσπασης από τους Γερμανούς της αμυντικής γραμμής Όλυμπος- Τέμπη. Το απόθεμα της χώρας σε χρυσό μεταφέρθηκε με άκρα μυστικότητα και φορτώθηκε στα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα», τα οποία απέπλευσαν από Αθήνα- Πειραιά για το Ηράκλειο της Κρήτης, όπου το
πολύτιμο φορτίο θα φυλασσόταν στο τοπικό υποκατάστημα της ΤΕ. Η αποστολή συνοδεύτηκε από τους Βαρβαρέσο και Μαντζαβίνο, διοικητή και υποδιοικητή αντίστοιχα της ΤΕ, καθώς και τρεις ανώτερους διοικητικούς υπαλλήλους. Με την έναρξη της επιχείρησης Mercur ελήφθη η απόφαση, ο χρυσός να μεταφερθεί στην Αίγυπτο αντί για την Κρήτη.
Εν μέσω επιθέσεων από βομβαρδιστικά του εχθρού, φορτώθηκε σε ένα βοηθητικό σκάφος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, την κορβέτα «Salvia» (K97) με προορισμό τον κόλπο της Σούδας Κρήτης, όπου ανέμενε το βρετανικό καταδρομικό «Dido» (37) για να αναλάβει
τη μεταφορά του χρυσού στην Αλεξάνδρεια.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν έρθει στη δημοσιότητα, το ολικό φορτίο του αποθέματος της Ελλάδος ανήρχετο σε 611.000 ουγκιές χρυσού (περίπου 17,4 τόνους) σε μορφή ράβδων και λιρών.
Η εντολή για τη μεταφορά ήρθε με την είδηση της διάσπασης από τους Γερμανούς της αμυντικής γραμμής Όλυμπος- Τέμπη. Το απόθεμα της χώρας σε χρυσό μεταφέρθηκε με άκρα μυστικότητα και φορτώθηκε στα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα», τα οποία απέπλευσαν από Αθήνα- Πειραιά για το Ηράκλειο της Κρήτης, όπου το
πολύτιμο φορτίο θα φυλασσόταν στο τοπικό υποκατάστημα της ΤΕ. Η αποστολή συνοδεύτηκε από τους Βαρβαρέσο και Μαντζαβίνο, διοικητή και υποδιοικητή αντίστοιχα της ΤΕ, καθώς και τρεις ανώτερους διοικητικούς υπαλλήλους. Με την έναρξη της επιχείρησης Mercur ελήφθη η απόφαση, ο χρυσός να μεταφερθεί στην Αίγυπτο αντί για την Κρήτη.
Εν μέσω επιθέσεων από βομβαρδιστικά του εχθρού, φορτώθηκε σε ένα βοηθητικό σκάφος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, την κορβέτα «Salvia» (K97) με προορισμό τον κόλπο της Σούδας Κρήτης, όπου ανέμενε το βρετανικό καταδρομικό «Dido» (37) για να αναλάβει
τη μεταφορά του χρυσού στην Αλεξάνδρεια.
Φθάνοντας εκεί, οι ιθύνοντες (η διοίκηση της ΤτΕ είχε εγκατασταθεί μαζί με το βασιλιά
και την κυβέρνηση Τσουδερού στα Χανιά από τις 23 Απριλίου ) αντελήφθησαν την κρισιμότητα της κατάστασης καθόσον το λιμάνι βρισκόταν υπό συνεχείς επιθέσεις βομβαρδιστικών καθέτου εφορμήσεως (Ju-87B Stuka), τα οποία με τις εύστοχες βολές τους προκαλούσαν τον όλεθρο στα συναθροισμένα συμμαχικά σκάφη. Ωστόσο ο κυβερνήτης κατόρθωσε με τα μικρά του αντεροπιρικά πολυβόλα να καταρρίψη δυο από τα γερμανικά αεροπλάνα. Φοβούμενος όμως για την απώλεια του πλοίου του, ο κυβερνήτης του «Dido» πλοίαρχος Μακ Κολ, ανέμενε το πολύτιμο φορτίο με τις μηχανές αναμμένες και το σκάφος έτοιμο για άμεση αναχώρηση. Η μεταφορά του χρυσού ολοκληρώθηκε με επιτυχία, και το σκάφος απέπλευσε με ταχύτητα προς
την Αίγυπτο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γεωργίου Μαντζαβίνου, κατά τη μεταφορά, ένα από τα κιβώτια έπεσε στο κατάστρωμα του σκάφους με αποτέλεσμα αυτό να γεμίσει με χρυσές λίρες.Παρ’ όλα αυτά, στη διαδρομή αυτές βρέθηκαν όλες, εκτός από μία!
Το καταδρομικό «Dido» έφθασε αυθημερόν στην Αλεξάνδρεια και από εκεί ο χρυσός μεταφέρθηκε για φύλαξη στην Τράπεζα της Αιγύπτου, στο Κάιρο. Όμως, μετά από σειρά επιτυχιών του στρατάρχη Ρόμελ στην Κυρηναϊκή, διαφάνηκε ότι και εκεί ακόμα τα αποθεματικά της Ελλάδας ήταν ανασφαλή.
Το ίδιο διάστημα, ο Γεώργιος ΄Β θα άφηνε την Αίγυπτο, για να καταλήξει στο Λονδίνο μέσω Νότιας Αφρικής (η υπόλοιπη βασιλική οικογένεια- αδερφή Αικατερίνη, , αδελφός Παύλος με τη σύζυγο Φρειδερίκη και τα δύο παιδιά τους– θα έμεναν στη Νότια Αφρική έως το 1944).
Όχι τυχαία, ο χρυσός ακολουθεί τρόπον τινά τον βασιλιά και φθάνει στο Germiston, Transvaal της Νότιας Αφρικής όπου και αποφασίζεται οι χρυσές λίρες να μετατραπούν σε ράβδους χρυσού. Μετά από σύντομη αποθήκευση στην Τράπεζα της Νότιας Αφρικής (South Africa Reserve Bank), το φορτίο μετα-φέρθηκε στο Λονδίνο όταν κρίθηκε ότι αυτό δεν απειλείτο πλέον από τους Γερμανούς.
Μετά την απελευθέρωση, όταν η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε την επιστροφή του ελληνικού αποθεματικού σε χρυσό από τη Βρετανία, δέχτηκε με έκπληξη την απάντηση ότι «αυτό είχε χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη των εξόδων του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής, και ότι το Στέμμα δεν όφειλε τίποτε στην Ελλάδα».
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι από την 9η Μαρτίου του 1942, η βρετανική κυβέρνηση είχε υπογράψει συμφωνία με την ελληνική, σύμφωνα με την οποία αυτή αναλάμβανε όλα τα έξοδα εξοπλισμού και διατροφής των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (που τελούσαν άλλωστε υπό τις διαταγές του βρετανικού στρατηγείου Μέσης Ανατολής).
Ως εκ τούτου, οι όποιες αιτιάσεις των Βρετανών στερούνταν νομικής βάσης. Από την άλλη πλευρά όμως, και η ελληνική κυβέρνηση (έτη 1945-1946) έβρισκε στη Βρετανία τη μόνη σύμμαχο χώρα με δυνατότητα βοήθειας για την αντιμετώπιση των πλείστων εσωτερικών προβλημάτων που αυτή αντιμετώπιζε, σχετικά με την αποκατάσταση της τάξης (πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής) στην πρόσφατα απελευθερωμένη Ελλάδα.
Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό πως η διαπραγματευτική θέση της χώρας ήταν μάλλον αδύνατη. Δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί τι μέρος των αποθεμάτων χρυσού της ΤΕ επιστράφηκε τελικά στην Ελλάδα. Ενδεχομένως, κάποιες χρυσές λίρες από το αρχικό φορτίο να κατέληξαν στους Έλληνες αντάρτες (οι Βρετανοί τις μοίραζαν απλόχερα κατά τη περίοδο 1942-1943).
Μετά την απελευθέρωση, όταν η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε την επιστροφή του ελληνικού αποθεματικού σε χρυσό από τη Βρετανία, δέχτηκε με έκπληξη την απάντηση ότι «αυτό είχε χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη των εξόδων του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής, και ότι το Στέμμα δεν όφειλε τίποτε στην Ελλάδα».
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι από την 9η Μαρτίου του 1942, η βρετανική κυβέρνηση είχε υπογράψει συμφωνία με την ελληνική, σύμφωνα με την οποία αυτή αναλάμβανε όλα τα έξοδα εξοπλισμού και διατροφής των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (που τελούσαν άλλωστε υπό τις διαταγές του βρετανικού στρατηγείου Μέσης Ανατολής).
Ως εκ τούτου, οι όποιες αιτιάσεις των Βρετανών στερούνταν νομικής βάσης. Από την άλλη πλευρά όμως, και η ελληνική κυβέρνηση (έτη 1945-1946) έβρισκε στη Βρετανία τη μόνη σύμμαχο χώρα με δυνατότητα βοήθειας για την αντιμετώπιση των πλείστων εσωτερικών προβλημάτων που αυτή αντιμετώπιζε, σχετικά με την αποκατάσταση της τάξης (πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής) στην πρόσφατα απελευθερωμένη Ελλάδα.
Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό πως η διαπραγματευτική θέση της χώρας ήταν μάλλον αδύνατη. Δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί τι μέρος των αποθεμάτων χρυσού της ΤΕ επιστράφηκε τελικά στην Ελλάδα. Ενδεχομένως, κάποιες χρυσές λίρες από το αρχικό φορτίο να κατέληξαν στους Έλληνες αντάρτες (οι Βρετανοί τις μοίραζαν απλόχερα κατά τη περίοδο 1942-1943).
ΠΗΓΗ : http://www.metal-detectors.gr ,http://papaioannou.wordpress.com ,http://atheofobos2.blogspot.com