Τρίτη 8 Αυγούστου 2017

Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (ΠΙΝΑΚΑΣ)

• Οι τουρκικές κατοχικές δυνάμεις σε αριθμούς - Τι αντιπαρατάσσει η Εθνική Φρουρά.
• «ΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥ ΥΠΟΨΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΕΚΤΟΠΙΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΟΣ, 0Ι ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗ ΣΤΟΝ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΧΩΡΟ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΤΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ».
• ΤΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ ΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΣΜ, ΣΤΟΥΣ 10.000, ΕΝΑΝΤI 12.000 ΤΟ 2016.
Η τουρκική εμμονή στη διατήρηση των κατοχικών δυνάμεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων της στην Κύπρο ήταν ο βασικός λόγος που η διάσκεψη για το Κυπριακό στο Κρανς Μοντάνα της Ελβετίας οδηγήθηκε σε ναυάγιο.
«Μηδέν στρατός μηδέν εγγυήσεις δεν είναι αφετηρία συζήτησης για την Τουρκία, ούτε για τους Τουρκοκύπριους», είχε ξεκαθαρίσει από τις πρώτες ημέρες της διάσκεψης ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, χαρακτηρίζοντας «όνειρα» τα περί αποχώρησης του τουρκικού στρατού, με το αιτιολογικό ότι «θα παραμείνει στο νησί γιατί το θέλουν οι Τουρκοκύπριοι».
Πόσες και ποιες είναι σήμερα οι τουρκικές δυνάμεις στην Κύπρο, σε μια περίοδο έντασης μετά το Κρανς Μοντάνα και ενώ έχουν αρχίσει οι εργασίες γεώτρησης στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη;
Από το 1974 η Τουρκία διατηρεί στην Κύπρο τη Διοίκηση Ειρηνευτικής Δύναμης Κύπρου (Kibris Tiirk Baris Kuvvetleri Komutanligi, όπως είναι ο επίσημος τίτλος των δυνάμεων του Αττίλα). Με τις Συνθήκες του 1960 παραμένει η ΤΟΥΡΔΥΚ (Turk Kontentan Alayi) και από το 1976 έχει ιδρυθεί και η Διοίκηση Δυνάμεων Ασφαλείας (Giivenlik Kuvvetleri Komutanligi), ήτοι ο τουρκοκυπριακός στρατός. Στον αντίποδα υπάρχει η Εθνική Φρουρά, η οποία ιδρύθηκε το 1964, και η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ), που βρίσκεται στο νησί από τον Αύγουστο του 1960. 
Δυσμενές ισοζύγιο
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών (τα στοιχεία της έκθεσης προέρχονται από ανοικτές πηγές, προσβάσιμες στο ευρύ κοινό, όπως το ΝΑΤΟ, το υπουργείο Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας κ.λπ.), η δύναμη των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο το 2017 ανέρχεται συνολικά στους 72.000. Εξ αυτών, οι 43.000 στρατιώτες ανήκουν στις κατοχικές δυνάμεις, οι 3.500 είναι ένοπλοι Τουρκοκύπριοι και οι υπόλοιποι 26.000 είναι έφεδροι. Σε αυτές τις δυνάμεις, η Κυπριακή Δημοκρατία αντιπαρατάσσει περίπου 60.950 (Εθνική Φρουρά, ΕΛΔΥΚ και έφεδροι).
Στο διάστημα αυτών των 43 ετών από την τουρκική εισβολή, οι εξε­λίξεις στην Εθνική Φρουρά, από τη μία, και στις κατοχικές δυνάμεις, από την άλλη, ακολούθησαν μια συμπεριφορά «δράσης - αντίδρασης». Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι έπειτα από μια περίοδο 13 ετών ενίσχυσης της Εθνικής Φρουράς, αλλά και των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων (1989-2002), ακολούθησε περίοδος 15 ετών, από το 2002 έως σήμερα, χωρίς ουσιαστικές αριθμητικές μεταβο λές στο δυναμικό των αντίπαλων στρατοπέδων. Πλέον όμως το ισοζύγιο για τη Λευκωσία εμφανίζεται δυσμενέστερο, καθώς για κάθε έναν εθνοφρουρό αναλογούν 4,3 Τούρκοι στρατιώτες.
«Οι συσχετισμοί στρατιωτικών δυ­νάμεων στην Κύπρο κατά το 2017 παρουσιάζονται πιο δυσμενείς για την Κυπριακή Δημοκρατία από τα προη­γούμενα χρόνια. Η αριθμητική ισχύς των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων έχει επανέλθει στα προηγούμενα επί­πεδά της, ήτοι στους 43.000 που ήταν πριν από τη μεταφορά ενός τάγματος στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Η δε μείωση του αριθμού των κληρωτών στην Εθνική Φρουρά, ένεκα του μειω­μένου αριθμού γεννητικότητας και της 14μηνης θητείας όπως και η μη αναπλήρωση ή ενίσχυση του οπλοστασίου της θέτουν τη δύναμη σε δυσχερέστερη θέση έναντι των κατο­χικών στρατευμάτων και καθιστούν το θέμα της ΑΟΖ ιδιαίτερα ευαίσθητο αντικείμενο πιέσεων στο Κυπριακό», τονίζει ο συντάκτης της έκθεσης και διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών (ΚΚΣΜ), δρ. Άριστος Αριστοτέλους.
Από τη σύγκριση προκύπτει το συμπέρασμα ότι η Τουρκία έχει αι­σθητή στρατιωτική υπεροχή στην Κύπρο, που συνίσταται κυρίως στο ανθρώπινο δυναμικό με αναλογία 4,3 προς 1 και στο αρματικό δυναμι­κό με αναλογία 2,5 προς 1. Εκεί όπου παρατηρείται συντριπτική υπεροχή της τουρκικής πλευράς είναι οι το­μείς της Αεροπορίας και του Ναυ­τικού. Η απουσία σημαντικών αε­ροπορικών και ναυτικών δυνάμεων από το οπλοστάσιο της Εθνικής Φρουράς και το γεγονός ότι το «δόγ­μα» του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος - Κύπρου, που λειτούργησε τη δεκαετία του 1990, έχει ουσιαστι­κά απενεργοποιηθεί, σε συνδυασμό με την εγγύτητα της Κύπρου με την Τουρκία, εξασφαλίζουν στην τουρ­κική πλευρά την πλήρη αεροπορική και ναυτική κυριαρχία στο επιχει­ρησιακό περιβάλλον της Κύπρου. Η δωρεάν παραχώρηση ενός σκάφους ανοικτής θαλάσσης από το Ομάν και οι φημολογούμενες μελλοντικές αγορές πλωτών μέσων από την Κυ­πριακή Δημοκρατία δεν αλλάζουν την κατάσταση.
«Λαμβανομένου υπ' όψιν του στρα­τιωτικού εκτοπίσματος της Τουρκίας, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις διατη­ρούν συντριπτική και αδιαμφισβή­τητη υπεροχή στον κυπριακό χώρο σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στο Ναυτικό και την Αεροπορία. Ως εκ τούτου, η Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη είναι πλήρως εκτεθειμένη στις δυνάμεις αυτές, δεδομένου ότι η Λευκωσία, εκτός από διπλωματικά διαβήματα, δεν διαθέτει καμία απολύτως στρατιωτική απάντηση στις προκλήσεις της τουρκικής πλευράς στη θαλάσσια περιοχή. Το γεγονός αυτό αποκλείει το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου στην ΑΟΖ, αλλά αφήνει ανοικτή τη δυνατότητα παρεμπόδισης των διεξαγόμενων εκεί εργασιών από το τουρκικό Ναυτικό, καθώς και άσκησης πιέσεων στο Κυπριακό», υπογραμμίζεται στην έκθεση του ΚΚΣΜ.
«Ψαλίδι» στις αμυντικές δαπάνες

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προϋπο­λογισμοί για την άμυνα της Κυπρια­κής Δημοκρατίας έχουν μειωθεί από 345,4 εκατ. ευρώ το 2010 σε 318,9 εκατ. το 2016, επηρεάζοντας τα ήδη περιορισμένα εξοπλιστικά προγράμ­ματα και τις διεργασίες συντήρησης και εξασφάλισης ανταλλακτικών που μειώθηκαν κατά 34,2% για τις αντίστοιχες περιόδους. Πίεση που αναμένεται να συνεχιστεί και στο μέλλον, καθιστώντας στενά τα πε­ριθώρια οποιοσδήποτε ουσιαστικής ενίσχυσης της Εθνικής Φρουράς. Όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΚΚΣΜ: «Ο προϋπολογισμός για την άμυνα το 2017 ναι μεν προνοεί υψηλότερες συνολικές δαπάνες ύψους 352 εκατ. ευρώ, αλλά αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο μισθολόγιο των νέων εθελοντών επαγγελματιών στρατιωτών».
Τουρκία: Πλεονέκτημα και επιθετική διάταξη
Η αριθμητική δύναμη των τουρκι­κών στρατευμάτων στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου το 2017 ανέρχεται στους 43.000 (από 42.500 το 2016), μετά την αναπλήρωση του κενού από την αποχώρηση ενός τάγματος που είχε μεταφερθεί για ενίσχυση της στρατιωτικής δράσης της Τουρκίας στα νοτιοανατολικά σύνορά της.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2017
ΤΔ (ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ)
ΕΦ (ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ)
ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
43.000
10.000
4,3:1
ΑΡΜΑΤΑ ΜΑΧΗΣ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
348
134
2,5:1
ΤΟΜΠ-ΤΟΜΑ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
627
294
2,1:1
ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
232+
128
1,8:1
ΠΟΛΥΕΚΤΟΞΕΥΤΗΡΕΣ ΠΥΡΑΥΛΩΝMLR
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
6+
22
1:3,6
ΟΛΜΟΙ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
450
372+
1,2:1
ΠΑΟ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
192+
153
1,2:1
ΑΝΤΙΑΡΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΑ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
114
115
1:1
ΑΝΤΙΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΜΕΣΑ
ΤΔ
ΕΦ
ΑΝΑΛΟΓΙΑ
134+
108+
1,2:1
Πρόκειται για ένα Σώμα Στρατού (το 11ο), το οποίο χωρίζεται σε δύο Μεραρχίες Πεζικού (28η ΜΠ, που αποτελείται από τα 61ο και 23ο Συντάγματα Πεζικού, ένα Σύνταγμα Τεθωρακισμένων και ένα Σύνταγμα Πυροβολικού και την 39η ΜΠ, που αποτελείται από τα 14ο και 49ο ΣΠ, ένα ΣΤΘ και ένα ΣΠΒ), την 1η Μηχα­νοκίνητη Ταξιαρχία (ΤΟΥΡΔΥΚ), τη14η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, ένα τάγμα Ειδικών Δυνάμεων, δύο τάγματα Καταδρομών και από μονάδες διοικητικής μέριμνας.
Τα τουρκικά κατοχικά στρατεύματα, τα οποία βρίσκονται σε επιθετική διάταξη, διαθέτουν: 340 ανακατασκευασμένα άρματα μάχης Μ-48Α5 Τ1/Τ2 και οκτώ εκπαιδευτικά Μ-48Α2, 627 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ-113 και τεθωρακισμένα οχήματα μάχης τουρκικής κατασκευής FNSS ACV-15, FNSS Pars και Nurol Ejder, 232 πυροβόλα (105,155,203 χιλ.), 6 πολυεκτοξευτήρες βλημάτων Τ-115 των 122 χιλ., 450 όλμους 114 αντιαρματικά κατευθυνόμενα βλήματα Milan και TOW, 192 ΠΑΟ των 106 χιλ., 80 αντιαεροπορικά των 40 των 35 χιλ. και περισσότερα από 50 φορητά όπλα αεράμυνας Stinger. Επιπλέον, με τη ναυτική και την αεροπορική υποδομή που έχουν δημιουργήσει οι Τούρκοι στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν σε σύντομο χρονικό διάστημα μεγάλο αριθμό προσωπικού (περίπου 20.000 άνδρες) και υλικό από τις βάσεις της Νότιας και Νοτιο-ανατολικής Τουρκίας προκειμένου να συντηρήσουν και να υποστηρίξουν τις δυνάμεις τους στην Κύπρο.
Όσον αφορά στον τομέα της ναυ­τικής υποδομής oι κατοχικές δυνάμεις χρησιμοποιούν τα λιμάνια της Αμμοχώστου και της Κερύνειας Το ­λιμάνι της Αμμοχώστου αποτελεί και το κεντρικό λιμάνι του ψευδοκρά­τους μέσω του οποίου διεξάγονται το σύνολο σχεδόν του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου και η διακίνηση μέρους του επιβατικού κοινού. Χρησιμοποιείται, επίσης για στρατιωτικούς σκοπούς και για διακίνηση υλικών και εφοδίων των κατοχικών δυνάμεων. 
Το λιμάνι της Κερύνειας που λειτούργησε το 1988, είναι το κύριο επιβατικό και τουριστικό λιμάνι του ψευδοκράτους λόγω της εγγύτητάς του με τα λιμάνια της Νότιας Τουρκίας (Μερσίνα και Τασουτζού). Στον στρατιωτικό τομέα αυξάνει σημαντικά τις δυνατότητες των κατοχικών δυνάμεων στη γρήγορη μεταφορά προσωπικού και μέσων, αφού τα τελευταία χρόνια το λιμάνι έχει διευρυνθεί ώστε να μπορεί να υποδέχεται ταυτόχρονα 4-6 αρματαγωγά ή οχηματαγωγά.
Σημειώνεται ότι στα κατεχόμενα λιμάνια δεν σταθμεύουν τουρκικά πολεμικά πλοία, παρά μία ακταιωρός και μικρός αριθμός ναρκαλιευτικών και περιπολικών σκαφών, για την επιτήρηση του θαλάσσιου χώρου των λιμανιών και των ακτών.
Αναφορικά με τον αεροπορικό τομέα, η αεροπορική σύνδεση των Κατεχόμενων με την Τουρκία γίνεται από το αεροδρόμιο του Λευκόνοικου (Γκετσίτκαλε στα τουρκικά) από το 1987, καθώς και από το διεθνές αεροδρόμιο Ερκάν της Τύμπου (Κιρκλάρ). Σε καιρό ειρήνης δεν σταθμεύουν στα κατεχόμενα τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη, καθώς μπορούν να απογειωθούν από τα αεροδρόμια της Νότιας Τουρκίας και να φτάσουν στην Κύπρο μέσα σε 10 λεπτά.
Οι κατοχικές δυνάμεις χρησιμοποιούν τα τα προαναφερθέντα αεροδρόμια της Λευκόνοικου και Τύμπου και εκείνο στο Κρηνί (Πινάρμπασι), όπου έχει την έδρα του ο λόχος Αεροπορίας Στρατού με τρία αερο­σκάφη Cessna και τρία ελικόπτερα Huey. Επίσης διαθέτουν δύο πεδία προσγείωσης του Αγίου Επίκτη­του (Τσατάλκιοϊ) και της Καλοψίδας (Τσαγιονιού).
Υπογραμμίζεται ότι τα στρατιωτικά αεροδρόμια και οι ναυτικές βάσεις οι οποίες κατασκευάστηκαν στα Κα­τεχόμενα έχουν δημιουργήσει μια ενωμένη περιοχή επιχειρήσεων με την Τουρκία, οπότε μπορούν να με­ταφερθούν στην Κύπρο στρατεύμα­τα και εξοπλισμός χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες.
Οι Τουρκοκύπριοι ένοπλοι ανέρ­χονται στους 3.500 και υπηρετούν θητεία 24 μηνών. Οι τουρκοκυπριακές εφεδρείες αριθμούν γύρω στους 26.000, εκ των οποίων οι 11.000 προ­ορίζονται για την πρώτη γραμμή, οι 10.000 για τη δεύτερη και οι 5.000 για την τρίτη. Οι τουρκοκυπριακές δυνάμεις είναι συγκροτημένες σε μια Διοίκηση Δυνάμεων Ασφαλείας όπως ονομάζεται, επιπέδου ταξιαρχίας στην ειρήνη και μεραρχίας στον πόλεμο και αποτελούνται από επτά τάγματα πεζικού, με ποσοστό επάν­δρωσης 40%-70%. Διαθέτουν 73 όλ­μους των 120 χιλ., 36 ΠΑΟ των 106 χιλ. και 6 αντιαρματικά Milan.
Εθνική Φρουρά: Οι λόγοι της μείωσης
Το δυναμικό της Εθνικής Φρου­ράς ανέρχεται αυτή τη στιγμή, σύμ­φωνα με την έκθεση του ΚΚΣΜ, γύρω στους 10.000 (έναντι 12.000 το 2016), περιλαμβανομένων των στελεχών, των εθελοντών, των εθελοντριών και των κληρωτών που υπηρετούν 14μηνη θητεία. Η δύνα­μη της εφεδρείας ανέρχεται περίπου στους 50.000.
Το δυναμικό της Εθνικής Φρουράς, ιδιαίτερα των κληρωτών, έχει μειωθεί κατά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας του μειωμένου ρυθμού αύξησης του πληθυσμού κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και τις αρχές του 2000, καθώς και της μείωσης της θητείας στους 14 μήνες το 2016, παρά το γεγονός ότι έχουν προσληφθεί περίπου 2.700 εθελοντές συμβασιούχοι οπλίτες.
Η Διοίκηση της Εθνικής Φρουράς έχει έδρα τη Λευκωσία και περιλαμβάνει όλους τους κλάδους (Στρατό, Ναυτικό, Αεροπορία). Την κύρια δύναμη αποτελούν οι δυνάμεις Στρατού που συγκροτούνται σε μεραρ­χίες και ταξιαρχίες και υπάγονται στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρου­ράς (ΓΕΕΦ).
Η Εθνική Φρουρά έχει δύναμη μεγέθους Σώματος Στρατού και αποτελείται από: δύο Μεραρχίες Πεζικού (Ιη ΜΠ και ΙΙα ΜΠ), τρεις Τα­ξιαρχίες Πεζικού (IVη, VIΙη και VIΙΙη), μία Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία (ΧΧη), μία Ταξιαρχία Υποστήριξης (ΙΙΙη), Διοίκηση Καταδρομών με τέσσερις μοίρες (31, 32, 33 και την ελλαδική 35), Διοίκηση Πυροβολικού, Στρατονομία, Διοίκηση Ναυτικού και Διοίκηση Αεροπορίας.
Η Εθνική Φρουρά, που βρίσκεται σε αμυντική διάταξη και με τις μονάδες της να βρίσκονται στο 15%-35% της πολεμικής τους δύναμης, διαθέ­τει: 164 άρματα μάχης (82 ρωσικά T-80U και 52 γαλλικά AMΧ-30Β-2), 82 τεθωρακισμένα οχήματα αναγνωρίσεως (67 βραζιλιάνικα EE-9 Cascavel και 15 EE-3 Jararaca), 70 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (27 γαλλικά VAB-VCI και 43 ρωσικά ΒΜΡ-3), 294 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού (168 Λεωνίδας και 126 VAB), 128 πυροβόλα διαφόρων τύπων και διαμετρημάτων, 22 πολλαπλούς εκτοξευτήρες βλημάτων (18 των 128 χιλ. και 4 των 122 χιλ.), περισσότερους από 372 όλμους διαφόρων τύπων, 115 αντιαρματικά κατευθυνόμενα βλήματα (45 Milan, 15 επί των Jararaca και 70 HOT, 18 επί των VAB), 1.850 αντιαρματικούς εκτοξευτές (LAW, Apilas, RPG-7), 153 ΠΑΟ, αντιαεροπορικά συστήματα (36 Μ-55 των 20 χιλ., 24 Skyguard των 35 χιλ., 30 κατευθυνόμενα βλήματα εδάφους-αέρος Mistral, 12 Aspide εδάφους-αέρος και έξι συστοιχίες Tor-M1), 13 πλωτά μέσα (τις ακταιωρούς «Σαλαμίς» και «Κυρήνεια», 11 ταχύ­πλοα και 1 σκάφος ανοικτής θαλάσσης) και τρεις επάκτιες συ­στοιχίες πυραύλων Exocet. Επίσης, δύο αεροσκάφη, μη εξοπλισμένα (ένα ΒΝ-2Β Islander και ένα εκπαιδευτικό PC-9) και 20 ελικόπτερα (11 επιθετικά Μί-35Ρ, 4 Gazelle εξοπλισμένα με Α/Τ πυραύλους HOT, 2 Bell206C εξοπλισμένα με ρουκέτες 2,75 ιντσών και 3 AW 139).
Η ΕΛΔΥΚ
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) αριθμεί 950 άτομα. Αποτελείται από το Σύνταγμα (επιτελείο, λόχος διοικήσεως και λόχος διαβιβάσεων με έδρα το στρατόπεδο «Σταυριανάκου» στη Μαλούντα Λευκωσίας) και από δύο μηχανοκίνητα Τάγματα Πεζικού (το 1ο με έδρα το στρατόπεδο «Σταμπουλή» στον Άγιο Ιωάννη Λευκωσίας και το 2ο με έδρα το στρατόπεδο «Ανδρέα Ζάκκου» στην Αθαλάσσα Λευκωσίας).
Το οπλοστάσιο της ΕΛΔΥΚ περι­λαμβάνει 61 άρματα μάχης Μ-48Α5- MOLF της 5ης ΕΜΑ με έδρα τον Μαθιάτη, 80 ΤΟΜΠ Λεωνίδας, 24 πυ­ροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων, καθώς και απροσδιόριστο αριθμό όλμων και ΠΑΟ.
Δυνάμεις βρετανικών βάσεων και UNFICYP
Εκτός από τις τουρκικές/τουρκοκυπριακές και τις ελληνοκυπριακές/ελλαδικές στρατιωτικές δυνάμεις που είναι εγκατεστημένες στην Κύπρο, υπάρχει και η δύναμη που επαν­δρώνει τις δύο βρετανικές βάσεις του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας και βέβαια η UNFICYP, που παραμένει στο νησί από το 1964, με αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Το στρατιωτικό προσωπικό που υπηρετεί στις δύο βάσεις των Βρετα­νών ανέρχεται στις 2.270, ενώ σε ό,τι αφορά στις επιχειρησιακές τους ανά­γκες στην περιοχή έχουν ενισχυθεί με πρόσθετες αεροπορικές δυνάμεις. Ένα σμήνος μαχητικών αεροσκαφών τύπου Tornado GR4 και έξι Typhoon FGR4 σταθμεύουν στο Ακρωτήρι συμμετέχοντας στις επιχειρήσεις κατά του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία.
Σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το 2016 παραμένει η δύναμη των «κυανό­κρανων» του ΟΗΕ στην Κύπρο, που ανέρχεται στα 958 άτομα.
ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΪΜΑΚΟΥΔΗ
staratalogia.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: