Ένα διεθνές πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό θρίλερ εκτυλίχθηκε
τον Φεβρουάριο του 1960. Αφορμή στάθηκε ο εντοπισμός ενός αγνώστου
ταυτότητας υποβρυχίου αντικειμένου στον Κόλπο Νουέβο, 1250 χιλιόμετρα
νοτιοδυτικά του Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, στις ακτές του
Ατλαντικού.
Το θέμα του εντοπισμού του αγνώστου υποβρυχίου ανακοινώθηκε αρχικά από τον Αργεντίνο Υπουργό των Ναυτικών, Αντιναύαρχο Κλεμέντ, στις 30 Ιανουαρίου. Μέχρι την 8η Φεβρουαρίου δεν είχε γίνει άλλη αναφορά επί του θέματος και μόνο κατόπιν της επιμονής των δημοσιογράφων και των διαφόρων φημών επανήλθε ο Υπουργός, επιβεβαιώνοντας ότι το “μυστηριώδες υποβρύχιο εξακολουθεί πάντοτε να είναι αποκλεισμένο στον Κόλπο του Νουέβο από Μονάδες του Αργεντίνικου Ναυτικού”.
Το Πολεμικό Ναυτικό της Αργεντινής έστησε ένα πυκνό δίκτυο ναρκών στην, πλάτους δέκα μιλίων, είσοδο του Κόλπου Νουέβο, προσπαθώντας να παγιδεύσει το άγνωστο υποβρύχιο.
Αντιτορπιλικά και φρεγάτες είχαν αποκλείσει το στενό, ανιχνεύοντας τον βυθό με ηχητικά όργανα, ενώ κατά διαστήματα έριχναν βόμβες βυθού.
Στην καταδίωξη συμμετείχαν και πολεμικά αεροπλάνα, τα οποία ήταν έτοιμα για να βομβαρδίσουν το άγνωστο υποβρύχιο, σε περίπτωση που επιχειρούσε να αναδυθεί.
Εκτός από τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις, δυνάμεις πεζοναυτών είχαν αποβιβασθεί στην περιοχή, προκειμένου να εμποδίσουν τη διαφυγή των επιβατών του αγνώστου υποβρυχίου, σε περίπτωση που το επιχειρούσαν.
Οι εφημερίδες της Αργεντινής που κάλυπταν το θέμα, ανέφεραν ότι το υποβρύχιο δεν ανήκε σε κάποιο κράτος της αμερικανικής ηπείρου, καθώς επίσης ότι φαινόταν να ήταν ατομικού τύπου. Επίσης, είχαν εντοπιστεί κρυπτογραφικά σήματα προερχόμενα από το άγνωστο υποβρύχιο. Τα σήματα αυτά εκπέμπονταν προς ένα άλλο, επίσης άγνωστο, υποβρύχιο, το οποίο εντοπίστηκε στην ευρύτερη περιοχή και καταδιωκόταν κι αυτό από τις ναυτικές δυνάμεις της χώρας. Για το δεύτερο υποβρύχιο, υπήρχε η άποψη ότι είχε σπεύσει προς βοήθεια του πρώτου, προσπαθώντας να αποσπάσει την προσοχή των στρατιωτικών δυνάμεων που το καταδίωκαν.
Στο διπλωματικό πεδίο, οι υποψίες σχετικά με την ταυτότητα των αγνώστων υποβρυχίων στρέφονταν προς τη Σοβιετική ένωση. Τις κατηγορίες αυτές αντέκρουε η Σοβιετική Ένωση. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του Αντιπροέδρου της Σοβιετικής Κυβέρνησης, Αναστάς Ιβάνοβιτς Μικογιάν: “Κάθε φορά που ακούω περί αυτού, σκέφτομαι πόσο κουτοί άνθρωποι υπάρχουν στον κόσμο. Εάν θέλαμε να δούμε τις ακτές τις Αργεντινής, θα πηγαίναμε ως περιηγητές. Όσον αφορά στις διεθνείς θάλασσες, είναι απέναντι, ώστε να μη παρίσταται ανάγκη να καταφεύγουν τα υποβρύχια σε ξένες ακτές”.
Σχετικά με τις επιχειρήσεις του στόλου της Αργεντινής, ο Σοβιετικός Αντιπρόεδρος δήλωνε ότι “το μόνο το οποίο θα εξοντωθεί, είναι άφθονα ψάρια”.
Στο θέμα είχαν ήδη εμπλακεί και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στέλνοντας προς βοήθεια των Αργεντινών τελειοποιημένες βόμβες βυθού και ηλεκτρονικά μηχανήματα ανίχνευσης. Η απόφαση για γενική και συνδυασμένη επίθεση από τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις της Αργεντινής είχε ήδη ληφθεί και θα πραγματοποιούνταν τα ξημερώματα της 13ης Φεβρουαρίου.
Τη διαταγή της γενικής επίθεσης εναντίον του υποβρυχίου είχε δώσει προσωπικά ο Πρόεδρος της Αργεντινής, Φροντίζι, ο οποίος είχε δώσει και τις κατάλληλες οδηγίες προς το Υπουργείο Εξωτερικών, ώστε να είναι έτοιμοι να διακόψουν τις διπλωματικές σχέσεις της Αργεντινής με την χώρα, στην οποία θα αποδεικνυόταν ότι ανήκε το άγνωστο υποβρύχιο.
Στην επίθεση εναντίον του μυστηριώδους υποβρυχίου θα συμμετείχαν 50 αεροπλάνα, 26 ελικόπτερα και 10 πολεμικά σκάφη, μεταξύ των οποίων και το αεροπλανοφόρο “Ανεξαρτησία”. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες ανέφεραν ότι μετά τις επιθέσεις της 2ας και 4ης Φεβρουαρίου, από αέρος και θαλάσσης, εμφανίστηκαν κηλίδες λαδιού στην επιφάνεια της θάλασσας, οι οποίες εξετάστηκαν εργαστηριακά και έδειχναν ότι τα λιπαντικά αυτά προέρχονταν από “εργοστάσιο χώρας της Ανατολικής Ευρώπης”. Οι αιτιάσεις αυτές απορρίπτονταν σθεναρά από την πλευρά της Σοβιετικής Ένωσης.
Μία άλλη φήμη που κυκλοφόρησε στις 13 Φεβρουαρίου ότι το υποβρύχιο συνελήφθη και ρυμουλκούνταν στο Πουέρτο Μαντρίν, καθώς επίσης ότι ήταν αγγλικό, διαψεύστηκε. Επίσης διαψεύστηκε η είδηση ότι το υποβρύχιο είχε κάποια στιγμή αναδυθεί.
Το θέμα έκλεισε επίσημα στις 26 Φεβρουαρίου με ανακοινωθέν του Ναυαρχείου της Αργεντινής, το οποίο ανέφερε τον τερματισμό των ερευνών για τα αγνώστου εθνικότητας υποβρύχια. Οι επιχειρήσεις διήρκησαν τρεις εβδομάδες, κατά τη διάρκεια των οποίων, λόγω έλλειψης επίσημων πληροφοριών δημοσιεύονταν στον Τύπο οι πλέον αντιφατικές πληροφορίες ως προς τις κινήσεις των μυστηριωδών υποβρυχίων και τη δράση του αργεντινού στόλου.
Το ανακοινωθέν προσέθετε ότι τα πολεμικά πλοία της Αργεντινής επανήλθαν στις βάσεις τους.
Η είδηση αυτή δημοσιεύθηκε σε μία σειρά από άρθρα στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, από τις 09/02/1960 μέχρι τις 26/02/1960…
Το θέμα του εντοπισμού του αγνώστου υποβρυχίου ανακοινώθηκε αρχικά από τον Αργεντίνο Υπουργό των Ναυτικών, Αντιναύαρχο Κλεμέντ, στις 30 Ιανουαρίου. Μέχρι την 8η Φεβρουαρίου δεν είχε γίνει άλλη αναφορά επί του θέματος και μόνο κατόπιν της επιμονής των δημοσιογράφων και των διαφόρων φημών επανήλθε ο Υπουργός, επιβεβαιώνοντας ότι το “μυστηριώδες υποβρύχιο εξακολουθεί πάντοτε να είναι αποκλεισμένο στον Κόλπο του Νουέβο από Μονάδες του Αργεντίνικου Ναυτικού”.
Το Πολεμικό Ναυτικό της Αργεντινής έστησε ένα πυκνό δίκτυο ναρκών στην, πλάτους δέκα μιλίων, είσοδο του Κόλπου Νουέβο, προσπαθώντας να παγιδεύσει το άγνωστο υποβρύχιο.
Αντιτορπιλικά και φρεγάτες είχαν αποκλείσει το στενό, ανιχνεύοντας τον βυθό με ηχητικά όργανα, ενώ κατά διαστήματα έριχναν βόμβες βυθού.
Στην καταδίωξη συμμετείχαν και πολεμικά αεροπλάνα, τα οποία ήταν έτοιμα για να βομβαρδίσουν το άγνωστο υποβρύχιο, σε περίπτωση που επιχειρούσε να αναδυθεί.
Εκτός από τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις, δυνάμεις πεζοναυτών είχαν αποβιβασθεί στην περιοχή, προκειμένου να εμποδίσουν τη διαφυγή των επιβατών του αγνώστου υποβρυχίου, σε περίπτωση που το επιχειρούσαν.
Οι εφημερίδες της Αργεντινής που κάλυπταν το θέμα, ανέφεραν ότι το υποβρύχιο δεν ανήκε σε κάποιο κράτος της αμερικανικής ηπείρου, καθώς επίσης ότι φαινόταν να ήταν ατομικού τύπου. Επίσης, είχαν εντοπιστεί κρυπτογραφικά σήματα προερχόμενα από το άγνωστο υποβρύχιο. Τα σήματα αυτά εκπέμπονταν προς ένα άλλο, επίσης άγνωστο, υποβρύχιο, το οποίο εντοπίστηκε στην ευρύτερη περιοχή και καταδιωκόταν κι αυτό από τις ναυτικές δυνάμεις της χώρας. Για το δεύτερο υποβρύχιο, υπήρχε η άποψη ότι είχε σπεύσει προς βοήθεια του πρώτου, προσπαθώντας να αποσπάσει την προσοχή των στρατιωτικών δυνάμεων που το καταδίωκαν.
Στο διπλωματικό πεδίο, οι υποψίες σχετικά με την ταυτότητα των αγνώστων υποβρυχίων στρέφονταν προς τη Σοβιετική ένωση. Τις κατηγορίες αυτές αντέκρουε η Σοβιετική Ένωση. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του Αντιπροέδρου της Σοβιετικής Κυβέρνησης, Αναστάς Ιβάνοβιτς Μικογιάν: “Κάθε φορά που ακούω περί αυτού, σκέφτομαι πόσο κουτοί άνθρωποι υπάρχουν στον κόσμο. Εάν θέλαμε να δούμε τις ακτές τις Αργεντινής, θα πηγαίναμε ως περιηγητές. Όσον αφορά στις διεθνείς θάλασσες, είναι απέναντι, ώστε να μη παρίσταται ανάγκη να καταφεύγουν τα υποβρύχια σε ξένες ακτές”.
Σχετικά με τις επιχειρήσεις του στόλου της Αργεντινής, ο Σοβιετικός Αντιπρόεδρος δήλωνε ότι “το μόνο το οποίο θα εξοντωθεί, είναι άφθονα ψάρια”.
Στο θέμα είχαν ήδη εμπλακεί και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στέλνοντας προς βοήθεια των Αργεντινών τελειοποιημένες βόμβες βυθού και ηλεκτρονικά μηχανήματα ανίχνευσης. Η απόφαση για γενική και συνδυασμένη επίθεση από τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις της Αργεντινής είχε ήδη ληφθεί και θα πραγματοποιούνταν τα ξημερώματα της 13ης Φεβρουαρίου.
Τη διαταγή της γενικής επίθεσης εναντίον του υποβρυχίου είχε δώσει προσωπικά ο Πρόεδρος της Αργεντινής, Φροντίζι, ο οποίος είχε δώσει και τις κατάλληλες οδηγίες προς το Υπουργείο Εξωτερικών, ώστε να είναι έτοιμοι να διακόψουν τις διπλωματικές σχέσεις της Αργεντινής με την χώρα, στην οποία θα αποδεικνυόταν ότι ανήκε το άγνωστο υποβρύχιο.
Στην επίθεση εναντίον του μυστηριώδους υποβρυχίου θα συμμετείχαν 50 αεροπλάνα, 26 ελικόπτερα και 10 πολεμικά σκάφη, μεταξύ των οποίων και το αεροπλανοφόρο “Ανεξαρτησία”. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες ανέφεραν ότι μετά τις επιθέσεις της 2ας και 4ης Φεβρουαρίου, από αέρος και θαλάσσης, εμφανίστηκαν κηλίδες λαδιού στην επιφάνεια της θάλασσας, οι οποίες εξετάστηκαν εργαστηριακά και έδειχναν ότι τα λιπαντικά αυτά προέρχονταν από “εργοστάσιο χώρας της Ανατολικής Ευρώπης”. Οι αιτιάσεις αυτές απορρίπτονταν σθεναρά από την πλευρά της Σοβιετικής Ένωσης.
Μία άλλη φήμη που κυκλοφόρησε στις 13 Φεβρουαρίου ότι το υποβρύχιο συνελήφθη και ρυμουλκούνταν στο Πουέρτο Μαντρίν, καθώς επίσης ότι ήταν αγγλικό, διαψεύστηκε. Επίσης διαψεύστηκε η είδηση ότι το υποβρύχιο είχε κάποια στιγμή αναδυθεί.
Το θέμα έκλεισε επίσημα στις 26 Φεβρουαρίου με ανακοινωθέν του Ναυαρχείου της Αργεντινής, το οποίο ανέφερε τον τερματισμό των ερευνών για τα αγνώστου εθνικότητας υποβρύχια. Οι επιχειρήσεις διήρκησαν τρεις εβδομάδες, κατά τη διάρκεια των οποίων, λόγω έλλειψης επίσημων πληροφοριών δημοσιεύονταν στον Τύπο οι πλέον αντιφατικές πληροφορίες ως προς τις κινήσεις των μυστηριωδών υποβρυχίων και τη δράση του αργεντινού στόλου.
Το ανακοινωθέν προσέθετε ότι τα πολεμικά πλοία της Αργεντινής επανήλθαν στις βάσεις τους.
Η είδηση αυτή δημοσιεύθηκε σε μία σειρά από άρθρα στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, από τις 09/02/1960 μέχρι τις 26/02/1960…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου