Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

Ο «κόκκινος βαρόνος» και οι οίκοι αξιολόγησης

Η συµπεριφορά και οι αποφάσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης φέρνουν κατά νου τις επιδόσεις του γερµανού πιλότου Manfred Baron von Richtofen στη διάρκεια του Α’ Παγκοσµίου Πολέµου. Ο συγκεκριµένος πιλότος, γνωστός µε το παρατσούκλι «κόκκινος βαρόνος» (επειδή έβαψε το αεροπλάνο του µε το χρώµα του κόκκινου της φωτιάς), αποδείχθηκε ο µεγαλύτερος άσος των αιθέρων σπέρνοντας τρόµο και πανικό στις Συµµαχικές Δυνάµεις αφού κατάφερε να καταρρίψει 80 συµµαχικά αεροπλάνα προτού καταρριφθεί το δικό του και χάσει την ίδια του τη ζωή στις αρχές του 1918. Κατά πολλούς σήµερα, οι τρεις διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης (Moody’s, Standard and Poor’s και Fitch) οι οποίοι ελέγχουν το 95% της αγοράς κάνουν κατάχρηση ισχύος µε τις αλλεπάλληλες υποβαθµίσεις των χωρών της περιφέρειας και την επιµονή τους να θεωρούν τη µετακύλιση (rollover) των ελληνικών οµολόγων ως πιστωτικό γεγονός (credit event) το οποίο συνεπάγεται χρεοκοπία. Ακολουθώντας τη µοίρα του «κόκκινου βαρόνου», η παντοδυναµία και το µονοπώλιο των οίκων αξιολόγησης αναµένεται να βρουν άδοξο τέλος, αν και εφόσον οι χώρες της ευρωζώνης προχωρήσουν στη δηµιουργία ευρωπαϊκού οίκου αξιολόγησης.

Πράγµατι, οι αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης εγείρουν έντονα ερωτηµατικά. Χρησιµοποιώντας µακροχρόνια στατιστικά στοιχεία, διεθνείς επιστηµονικές µελέτες, καταλήγουν στο συµπέρασµα ότι µεταξύ των οικονοµικών παραγόντων που επηρεάζουν τις αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης, τρεις συγκεκριµένοι παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο:

1. Η ετήσια αύξηση του δηµόσιου χρέους (ως ποσοστό του ΑΕΠ) κατά 11 ποσοστιαίες µονάδες δικαιολογεί πιστοληπτική υποβάθµιση κατά µισή περίπου µονάδα.

2. Η ετήσια µείωση του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος (ως ποσοστό του ΑΕΠ) κατά τρεις ποσοστιαίες µονάδες δικαιολογεί πιστοληπτική αναβάθµιση κατά µισή περίπου µονάδα.

3.
Μέλη της ευρωζώνης επιτυγχάνουν premium ως και δύο πιστοληπτικές µονάδες σε σχέση µε αναπτυσσόµενες χώρες εκτός ευρωζώνης. Καθώς λοιπόν το δηµόσιο χρέος της Ελλάδας, σύµφωνα µε τις εκτιµήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναµένεται να αυξηθεί κατά 11 περίπου ποσοστιαίες µονάδες, την ίδια στιγµή που το δηµοσιονοµικό έλλειµµα αναµένεται να µειωθεί κατά τρεις περίπου ποσοστιαίες µονάδες (από το 10,5% του ΑΕΠ το 2010 στο 7,6% το 2011) γίνεται φανερό ότι οι δηµοσιονοµικές εξελίξεις, τις οποίες έντονα διατυµπανίζουν οι οίκοι αξιολόγησης, δεν µπορούν να δικαιολογήσουν τις αλλεπάλληλες υποβαθµίσεις της ελληνικής οικονοµίας. Βέβαια, η συνεχιζόµενη ύφεση είναι ικανή να οδηγήσει σε σηµαντικές αποκλίσεις από τις παραπάνω εκτιµήσεις. Ακόµη και σε αυτή την περίπτωση όµως η ένταση µε την οποία η Ελλάδα έχει υποβαθµιστεί είναι αδικαιολόγητη. Επιπλέον, οι οίκοι αξιολόγησης θα πρέπει να εξηγήσουν για ποιο λόγο η Ελλάδα καταλαµβάνει σήµερα, σε παγκόσµιο επίπεδο, τη χειρότερη θέση αξιολόγησης όταν οικονοµετρικά µοντέλα αξιολόγησης δίνουν στις χώρες της ευρωζώνης πλεονέκτηµα δύο µονάδων. Εκτός βέβαια και αν έχουν προδικάσει έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, κάτι το οποίο δεν έχουν το θάρρος να δηλώσουν δηµόσια διατρέχοντας τον κίνδυνο αυτοεκπληρούµενης προφητείας.

Ο κ. Κ. Μήλας είναι καθηγητής Χρηµατοοικονοµικών στο University of Liverpool και ο κ. Θ. Παναγιωτίδης είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Μακεδονίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: