Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΣΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ




Κατά τη μακραίωνη περίοδο της Λατινοκρατίας - Φραγκοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο η Κέρκυρα γνώρισε πολλούς κατακτητές. Η γεωγραφική της θέση στην είσοδο της Αδριατικής, πάνω στους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους από την Ανατολή προς τη Δύση, υπήρξε καθοριστική για την ιστορία της. 
Από τους κατακτητές που πέρασαν, οι Βενετοί έμειναν το μεγαλύτερο διάστημα με δύο κατοχές. Η πρώτη διαρκεί από το 1204 και την 4η Σταυροφορία μέχρι το 1214, οπότε το νησί περνά στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, και η δεύτερη από το 1386 μέχρι το 1797, χρονιά κατά την οποία καταλύεται οριστικά η Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας και στα πράγματα του νησιού έρχονται οι Γάλλοι. Η δεύτερη κατοχή κράτησε 411 χρόνια και σημάδεψε ανεξίτηλα την Ιστορία του νησιού και των Εφτανήσων γενικότερα από κάθε άποψη.

 
Οι πρώτοι οικισμοί στο έδαφος της Βενετίας, στα νησιά της λιμνοθάλασσας στις βόρειες ακτές της Αδριατικής εμφανίζονται κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Από τα τέλη του 7ου αι. μ.Χ. σχηματίζεται Δημοκρατία με επικεφαλής το Δόγη. Η πόλη εμφανίζεται στις αρχές του 9ου αιώνα στο Ριάλτο σαν κέντρο Δουκάτου. Κατά τον 9ο-10ο αιώνα μετατρέπεται σε μεγάλο μητροπολιτικό εμπορικό κέντρο της Δυτικής Ευρώπης με την Ανατολή. 
Στα τέλη του 10ου αιώνα η Δημοκρατία της Βενετίας προσάρτησε τις πόλεις της Ιστρίας και προσπάθησε να υποτάξει και πόλεις της Δαλματίας. Κατά τον 11ο αιώνα με το ισχυρότατο ναυτικό της ηγεμόνευε στην Αδριατική Θάλασσα, ενώ στην περίοδο των τριών πρώτων Σταυροφοριών (11ος-12ος αιώνας) παρείχε σημαντική βοήθεια στους σταυροφόρους και κατάφερε να δημιουργήσει μια σειρά σημείων στήριξης στις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου. Επιπλέον με την 4η Σταυροφορία (1202-1204) μετατράπηκε σε μεγάλη Μεσογειακή δύναμη με σημαντικότατους εμπορικούς σταθμούς στην Κωνσταντινούπολη, Προποντίδα, Εύβοια, Κρήτη και αλλού.
Την ίδια χρονική περίοδο η Βυζαντινή Αυτοκρατορία περνούσε πλέον σε φάση παρακμής που εκδηλωνόταν σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της δημόσιας ζωής.
Στα τέλη του 13ου αιώνα η Δημοκρατία ήταν πλέον ολιγαρχικό κράτος με επικεφαλής το Δόγη. Στις αρχές του 14ου αιώνα οι εμπορικοί κύκλοι που είχαν παραμεριστεί από τη εξουσία, προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να ανατρέψουν το καθεστώς.
Οι δύο επόμενοι αιώνες είναι αιώνες ακμής για τη Γαληνότατη. Ο μακρόχρονος αγώνας με την ισχυρή αντίπαλο Γένοβα έληξε νικηφόρα. Η μεγάλη αυτή εμπορική δύναμη εκδιώχτηκε από την Ανατολική Μεσόγειο και η Βενετία κράτησε πλέον σημαντικότατο μέρος του Δυτικοευρωπαϊκού εμπορίου με την Ανατολή. Ακολούθησε η εδραίωση στη Δαλματία, σε μερικά σημεία της Αλβανίας, η αμαχητί κατάληψη της Κέρκυρας στα 1386 και των υπολοίπων Ιονίων Νήσων μέχρι το 1684. 
Στα επόμενα χρόνια (μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα) διευρύνθηκαν σημαντικά οι κτήσεις της στην ιταλική ενδοχώρα, αλλά η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης στα 1453 από τους Οθωμανούς και η μετατόπιση των εμπορικών δρόμων από τη Μεσόγειο στον Ατλαντικό αποτέλεσαν βαρύ πλήγμα για τη Βενετία. Οι συνεχείς πόλεμοι με την Οθωμανική Αυτοκρατορία (15ος-18ος αιώνας) την αποδυνάμωσαν οικονομικά και την οδήγησαν σε πλήρη οικονομική και πολιτική πτώση μέχρι την οριστική της διάλυση από το Μ. Ναπολέοντα το 1797.
Μέσα στο παραπάνω ιστορικό πλαίσιο η Κέρκυρα οχυρώθηκε προκειμένου να αποτελέσει το τελευταίο προπύργιο του μητροπολιτικού εδάφους. Ιδιαίτερη σημασία απόκτησε μετά το 1669, οπότε η Βενετία έχασε την Κρήτη και πολλά λιμάνια εμπορικούς σταθμούς στην Πελοπόννησο και το Αιγαίο.
Παρά τις καταστροφές που υπέστη η πόλη της, μεγάλο μέρος των Ενετικών οχυρώσεων σώζεται μέχρι τις μέρες μας και σε πολλά σημεία το φτερωτό λιοντάρι του Αγίου Μάρκου θυμίζει τα χρόνια που η μοίρα της Κέρκυρας ήταν δεμένη με τη μοίρα της Βενετίας.
 
 
Στην Κόντρα Φόσσα, στο μέτωπο της Σπιανάδας, υπάρχουν δύο 
φτερωτά λιοντάρια (1556), ένα στη νότια έξοδο του καναλιού και ένα στη βόρεια
(ακριβώς κάτω απο το Ιερό της Υ.Θ. Μαντρακίνας).
Αξιοσημείωτο ότι και τα δύο είνμαι στραμμένα προς το κέντρο του καναλιού και οι ουρές
δεν είναι τεντωμένεςή ανορθωμένες ως συνήθως, αλλα πέφτουν με φυσική κυρτότητα
όπως συμβαίνει στο αντίστοιχο έμβλημα του 15ου αιώνα που βρίσκεται
στο Δημαρχείο της Isola d' Istria.
O Αγιος Μάρκος σύμβολο της Βενετίας
Σύμφωνα με το θρύλο, όταν ο Άγιος Μάρκος ταξίδευε προς τη Ρώμη, το πλοίο του αγκυροβόλησε στα νερά του Ριάλτο. Εκεί παρουσιάστηκε ένας άγγελος και τον ευλόγησε με τα λόγια: "Pax tibi, Marce, evangelista meus. Hic reguiescet corpus tuum", δηλαδή "Ειρήνη σε σένα, Μάρκε Ευαγγελιστή μου. Εδώ θα αναπαυθεί το σώμα σου".  Ο θρύλος (που καμία έχει σχέση  με την ιστορική αλήθεια), ήταν πολύ βολικός, όταν γύρω στο 828 δύο βενετοί έμπο-ροι επέστρεψαν από την Αίγυπτο με ένα σκήνωμα που όπως έλεγαν ήταν του Ευαγγελιστή, κλεμμένο από τον τάφο του στην Αλεξάνδρεια. 
Εκείνη την εποχή, η Γαληνότατη ήθελε να κερδίσει το σεβασμό της υπό διαμόρφωση Ευρώπης και χρειαζόταν κάποιο γόητρο, πέρα από αυτό που προσδίδει ο πλούτος και η θαλάσσια ισχύς. Και στο Μεσαίωνα, που θρησκεία και πολιτική ήταν αλληλένδετες, η παρουσία του λειψάνου ενός Ευαγγελιστή θα προίκιζε τη Βενετία με αποστολική προστασία και θα την τοποθετούσε στη δεύτερη σειρά, μετά τη Ρώμη, στο εκκλησιαστικό επίπεδο, δίνοντάς της ακόμα και το δικαίωμα να διεκδικήσει εκκλησιαστική αυτονομία. Ταυτόχρονα, ένα πνευματικό πλεονέκτημα μπορούσε να εξελιχτεί σε πολιτικό.
Από τότε ο Άγιος Μάρκος έγινε ο πολιούχος της πόλης. Το λιοντάρι του (που σύμφωνα με μία παράδοση είχε θεραπεύσει ο ίδιος) με τα φτερά απλωμένα και το μπροστινό του πόδι να επιδεικνύει περήφανα την αγγελική φράση, στο εξής θα στόλιζε σημαίες και λάβαρα, πρύμνες και πλώρες, προμαχώνες και ακροπόλεις,  οπουδήποτε και οποτεδήποτε εμφανιζόταν η Βενετία 
Η παγκόσμια ιστορία δεν έχει καταγράψει άλλη απαγωγή σώματος τόσο σημαντική μακροπρόθεσμα. Από τη στιγμή που οι Βενετοί είχαν ανάμεσά τους τον Ευαγγελιστή, τον αποδέχτηκαν  σαν δικό τους, βαθύτερα από οποιονδήποτε άλλο πολιούχο άγιο σε οποιαδήποτε πόλη. Τον αγαπούσαν και του ήταν πάντοτε αφοσιωμένοι, όπως και αυτός τους υπηρέτησε πιστά.
Η πρώτη πρόταση από την αγγελική ρήση: Pax tibi, Marce, evangelista meus είναι γραμμένη στο ανοιχτό βιβλίο που το φτερωτό λιοντάρι κρατά στο πόδι του. Μία από τις λίγες εξαιρέσεις είναι το πέτρινο λιοντάρι έξω από το Ναύσταθμο της Βενετίας. Επειδή το μήνυμα θεωρήθηκε πολύ διαλλακτικό για ένα τόσο πολεμικό ίδρυμα, το βιβλίο είναι ερμητικά κλειστό. 
Κατά το 16ο αιώνα  το φτερωτό λιοντάρι γνώρισε μεγάλη διάδοση στην Κέρκυρα, γεγονός που εξηγείται από την έντονη οχυρωματική δραστηριότητα μετά την Οθωμανική πολιορκία του 1537. Δραστηριότητα που αναζωπυρώθηκε με την πτώση του Χάνδακα (1669) και αργότερα μετά  την πολιορκία του 1716. Πλέον όμως τα φτερωτά  λιοντάρια είναι μικρά και άκομψα αντανακλώντας την καλπάζουσα παρακμή της άλλοτε κραταιάς Γαληνοτάτης Δημοκρατίας
Όταν το 1797 οι Δημοκρατικοί Γάλλοι κατέλαβαν το νησί, τα φτερωτά λιοντάρια έγιναν σεβαστά και απέφυγαν την καταστροφή, εκτός από λίγες περιπτώσεις. Στη συνέχεια το φτερωτό λιοντάρι υιοθετήθηκε σαν έμβλημα της Επτανήσου Πολιτείας. Τώρα πλέον κρατά στα αριστερά του ένα κλειστό βιβλίο με σταυρό. Μέσα από το βιβλίο περνούν εφτά βέλη που συμβολίζουν τα Εφτά Νησιά και στο επάνω μέρος υπάρχει ταινία με τη χρονολογία 1800, χρονολογία ίδρυσης του νέου κρατικού μορφώματος.
Τα σωζόμενα φτερωτά λιοντάρια στην Κέρκυρα (όχι μόνο στα τείχη) είχαν καταγραφεί από τον Ιταλό A. Rusconi στο βιβλίο του Monumenti araldici ed epigafici veneti dell΄ isola di Corfu το 1943. Από τον κατάλογο αυτό σώζονται περίπου τα μισά, καθώς άλλα καταστράφηκαν από τους βομβαρδισμούς της περιόδου 1943-1944 και άλλα από Κερκυραίους μετά την Απελευθέρωση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: 
1) J. J. Norwich, Ιστορία της Βενετίας, Φόρμιγξ, 1993.
2) Alberto Rizzi, "Τα λιοντάρια του Αγίου Μάρκου στην Κέρκυρα", στο Κέρκυρα Ιστορία, Αστική ζωή και Αρχιτεκτονική 14ος-19ος αιώνας, Επιμέλεια: Ennio Concina, Αλίκη Νικηφόρου, Κέρκυρα, 1994. 3) Αφροδίτη Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Η Αρχιτεκτονική της πόλεως Κερκύρας κατά την  περίοδο της Ενετοκρατίας, Αθήναι, 1977, Eκδοση Β'
4) Γ.  Σ. Ζούμπος, Η οχύρωση της Κέρκυρας μέχρι το 18ο αιώνα και η πολιορκία του 1716, Ενημέρωση, 1996
5) Σπύρος Κατσαρός, Τα κάστρα και τα τείχη, "Χρονικά των Κορυφών", Τόμος 2ος, Κέρκυρα, 1979.

Δεν υπάρχουν σχόλια: