Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Η βόμβα του Μοροζίνι κατά της Ακρόπολης (1687) A ΜΕΡΟΣ

 
Τά χρόνια πού άκολούθησαν τον Τουρκο-Βενετικό πόλεμο και τήν άλωση του Χάνδακος ήταν περίοδος άκμής των ταξιδιών στήν Ελλάδα. 'Αλλά τό έλληνικό αύτό διάλειμμα δεν κράτησε πολύ. Το 1684 η Βενετία κήρυξε τον πόλεμο κατά τόυ σουλτάνου. Κι' επειδή δεν διέθετε στρατιωτικές δυνάμες για νά αντιμετώπιση τις ανάγκες της εκστρατείας στρατολόγησε μισθοφόρους άπο τον Βορρά.
Ό τριακονταετής πόλεμος είχε επιβάλει τό στρατιωτικό πνεύμα στη Γερμανία. Οταν ήρθε η ειρήνη και η τάξη οί χθεσινοί πολέμαρχοι είδαν πώς ήταν άδύνατο νά προσαρμοσθούν: θα βρεθούν ξαφνικά άνεργοι στους στρατώνες, σέ μακρινές επαρχίες, χωρίς πιά άπόλυτη έξουσία ζωής και θανάτου πάνω σέ εκατομμύρια άμάχους, χωρίς τήν αίγλη των πολεμιστών και προ παντός χωρίς λάφυρα.
Οί μικροί ήγεμόνες δεν τούς χρειάζονταν πιά άλλά ούτε και μπορούσαν να τούς μισθοδοτούν. Εδωσαν, λοιπόν, πρόθυμα τήν άδεια να καταταχθούν ολόκληρες μονάδες υπό τη σημαία της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας. Νέο στάδιο λαμπρό άνοιγόταν μπροστά σ' αυτούς τούς επαγγελματίες του πολέμου : μέ τό πρόσχημα του «αγώνος κατά τών άπιστων» θά μπορούσαν νά οργανώσουν μιά νέα προσοδοφόρο σταυροφορία μέ λεηλασίες, βιαιότητες καί κάθε λογής άνέξοδες άπολαύσεις.

Οί Βενετοί παζάρεψαν μέ τούς ήγεμόνες καί μίσθωσαν ολόκληρα συντάγματα, μέ τά επιτελεία καί τούς άξιωματικούς τους. 'Επί κεφαλής του εκστρατευτικού σώματος θά τοποθετηθή ό Σουηδός στρατάρχης Otto Konigsmark. Αύτός ό Σκανδιναβός μισθοφόρος, ό απόγονος τών Βαράγγων του Βυζαντίου, θά διευθύνη τήν πολιορκία τής Ακροπόλεως του 1687 πού θά όδηγήση στην καταστροφή του Παρθενώνος.

Είχε μείνει άκέραιος ό Παρθενών, κορυφαία στιγμή της αρχαίας έλληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας, έπί 2125 χρόνια (438 π.Χ. ως 1687). Καί μάλιστα στήν άρχική αρχιτεκτονική του κατάσταση. Περί τά μέσα του Ε' η ΣΤ' αιώνα μετατρέπεται σέ χριστιανικό ναό κι' άφιερώνεται, άρχικά στήν 'Αγία Σοφία καί αργότερα στήν Παναγία. Οί διαρρυθμίσεις καί οί άλλαγές περιορίζονται μόνο στο εσωτερικό. Η είσοδος μεταφέρεται από τήν ανατολική πλευρά στή δυτική καί η οροφή γίνεται θολωτή. 'Αλλά η άρχική μορφή του ναού παραμένει άμετάβλητη.
Στις αρχές του ΙΓ' αιώνα μετατρέπεται σέ καθολική έκκλησία καί τό 1458 σέ τουρκικό τέμενος. Καί στις δυο περιπτώσεις οί μεταβολές ήταν εσωτερικές. Χτίστηκε μόνο ενας μιναρές στή δυτική πλευρά του ναού. Ετσι ό Παρθενών είχε μείνει ώς έκείνη τήν «μαύρη Παρασκευή» του 1687, όπως τον είδαν και τον σχεδίασαν οί ταξιδιώτες κατά τούς αιώνες τής τουρκοκρατίας.

Είναι μιά θλιβερή ιστορία. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1669 ό Βενετός αρχιστράτηγος Φραγκίσκος Μοροζίνι συνθηκολογούσε στήν Κρήτη καί παρέδιδε τό Κάστρο στούς Τούρκους, ύστερα από πολιορκία πού κράτησε εικοσιπέντε χρόνια. 'Αλλά ό τουρκοβενετικός πόλεμος θά συνεχισθή στήν ήπειρωτική Ελλάδα. Τον Αύγουστο του 1687 τά στρατεύματα του Μοροζίνι (μισθοφόροι Γερμανοί καί Σουηδοί) καταλαμβάνουν τήν Κόρινθο καί τον Σεπτέμβριο τήν Αίγινα. Ηρθε έπειτα η σειρά της Αττικής. Τή νύχτα τής 21ης Σεπτεμβρίου ό κόμης Καίνιξμαρκ, ύπαρχηγός της βενετικής άρμάδας, αποβιβάζει δέκα χιλιάδες άνδρες στον Πειραιά. Οί Τούρκοι αιφνιδιάζονται, υποχωρούν καί οχυρώνονται στην 'Ακρόπολη.

Ό άρχιεπίσκοπος καί άθηναϊκή αντιπροσωπεία ζητούν άπό τον Μοροζίνι νά καταλάβη τήν πολιτεία. Τήν ίδια νύχτα τά βενετικά στρατεύματα φθάνουν μπροστά στήν Ακρόπολη, στήνουν τά κανόνια κι' άρχίζουν την πολιορκία. Οί βομβαρδισμοί δεν άπέδωσαν αποτελέσματα κι' ό αρχιστράτηγος ανησυχεί επειδή αναμένονταν τουρκικές ένισχύσεις. Τότε έφθασε στο στρατηγείο του Καίνιξμαρκ η πληροφορία ότι στον Παρθενώνα, ενισχυμένο εσωτερικά, οί Τούρκοι είχαν εναποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών. Από κείνη τή στιγμή όλα τά κανόνια κατευθύνουν τις βολές τους εναντίον του ναού.

Και τήν Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 1687, στις 7 τό βράδυ, ένας υπολοχαγός πέτυχε νά στείλη ενα βλήμα στήν οροφή του αρχαίου ναού (C. Waldstcin : Views of Athens in the year 1687). Η μπάλα του κανονιού διαπερνώντας τήν αδύνατη στέγη έφθασε στον τσεμπιχανέ τών Τούρκων και τον άνατίναξε.

Ελάχιστοι από τούς πολιορκητές είχαν τήν αίσθηση της καλλιτεχνικής άξίας του γκρεμισμένου μνημείου. Άνάμεσά τους ξεχώριζε η Αννα Ακεργελμ, κυρία τών τιμών της συζύγου του Καίνιξμαρκ. Σέ μιά άπλοϊκή άλλά συγκινητική επιστολή της έγραφε πώς «ό κόσμος δέν θά μπορέση νά ξαναχτίση τέτοιο άριστούργημα» (Diary and letters of Anna Akerhjel)
Τά κλασσικά μνημεία τής Ακροπόλεως ήταν θύματα της νέας μορφής πολέμου πού έπέβαλε τή δημιουργία άποθηκών πυρομαχικών μέσα στους ίδιους τούς αρχαίους ναούς. Η μπαρούτη και τό πυροβολικό θά κρίνουν τήν τύχη τών καλλιτεχνικών θησαυρών.

(Σαράντα χρόνια πρίν, οί Αθηναίοι είχαν ακούσει ένα δραματικό προμήνυμα γιά τή μοίρα τών άρχιτεκτονημάτων της Ακροπόλεως: τό 1640 γκρεμίστηκε ξαφνικά τμήμα τών Προπυλαίων άπό έκρηξη άποθήκης πυρομαχικών (Τό περιστατικό iστορεί (τό 1675) o πρόξενος Ζιρώ στήν έκθεσή του πρός τόν Nointel: «Λίγο πιο κάτω άπό τό τζαμί βρίσκονται τά λείψανα του καλλιμάρμαρου ανακτόρου πού άνατινάχτηκε πρίν άπό 35 χρόνια μαζί μέ τόν άγά τής Ακροπόλεως και τήν οiκογένειά του. Αύτό τό περιστατικό έγινε την παραμονή τοϋ 'Αγίου Δημητρίου κατά τά μεσάνυχτα άπό κεραυνό πού προκάλεσε έκρηξη τής μπαρουταποθήκης. Πολλοί πιστεύουν πώς ήταν θεία δίκη γιατί ό άγάς, φανατικός έχθρός τών χριστιανών είχε έτοιμάσει τρία κανόνια γιά νά χτυπήση τήν άλλη μέρα τήν έκκλησία κατά τή διάρκεια του πανηγυριού του Αγίου Δημητρίου, πού βρίσκεται πλάι στήν Ακρόπολη. Σύμφωνα μέ τήν άφήγηση του Ζιρώ ή άνατίναξη πρέπει νά έγινε τό 1640. Ό Spon γράφει στό χρονικό του ότι ή έκρηξη σημειώθηκε «πρό 20ετίας» (δηλαδή τό 1656). Θά άποδειχθή όμως ότι ό Ζιρώ είχε δίκιο. Ή άφήγηση συμπίπτει μέ τή μαρτυρία δύο άνωτέρων άξιωματικών του βενετικού στρατού. Relazione del antichita d'Athene του Rinaldo de la Rue σ. 55. Επίσης Dietrichsohn:Zum zweihundertjahrigen Gedachtniss der Zerstorung des Parthenon. Zeitschr. fiir bildeilde Kunst (σ. 372). Επιβεβαιώνεται επίσης καί άπό τήν έλληνική παράδοση γιά ένα θαύμα του Αη Δημήτρη του Λουμπαρδιάρη..)

Τό βαθύτερο όμως δράμα τών μνημείων βρισκόταν άλλου : στο γεγονός ότι δεν μελετήθηκαν καί δεν απαθανατίστηκαν μέ τον χρωστήρα τών άξιων καί τών ειδικών.
Χιλιάδες Ευρωπαίοι είχαν έπισκεφθή τήν Αθήνα κατά τον ΙΣΤ' καί ΙΖ' αίώνα. Κι άνάμεσά τους σοφοί, διπλωμάτες, καλλιτέχνες, άνθρωποι του πνεύματος. Ολοι είδαν τον Παρθενώνα καί τά μνημεία της Ακροπόλεως άκέραια νά αστράφτουν στον ήλιο. Καί όμως, κανείς δεν σκέφθηκε νά πάρη μολύβι, νά τά σχεδιάση ύπεύθυνα καί ν' άποτυπώση μέ άκρίβεια τις άρχαιό τητες όπως βρίσκονταν πριν άπό τήν καταστροφή τους.
Απορεί ό Ε. Beule γιά τήν πνευματική άναξιότητα καί τήν τύφλωση τών έπισκεπτών:
«Ό Μοροζίνι, τουλάχιστον, βομβαρδίζοντας τον Παρθενώνα έκανε τή δουλειά του. Πολεμούσε. Οί σοφοί γιατί δέν έκαναν το δικό τους χρέος; Ό Μοροζίνι κατέστρεψε άπό άνάγκη. 'Αλλά οί σοφοί καταδίκασαν στήν άνυπαρξία μνημεία πού χάθηκαν μετά τήν καταστροφή. Ολοι έμειναν άδιάφοροι μπροστά στο κάλλος, τήν άπλότητα καί τήν τελειότητα τών έλληνικών μνημείων. Οί ευαίσθητοι σάστιζαν άλλά δέν είχαν τά εφόδια γιά νά κατανοήσουν τό μεγαλείο της τέχνης του. Δέν μπορούσαν νά καταγράψουν, νά άπαθανατίσουν εκείνο πού τούς είχε συνταράξει. Γιατί; Γιατί τό εύρωπαϊκό πνεύμα, άκόμα καί στούς αιώνες της άκμής της Αναγεννήσεως προσανατολιζόταν σέ άλλες καλλιτεχνικές φόρμες, σέ άλλες άρχές, σέ άλλα μέτρα. Οί άνθρωποι ζούσαν τήν έποχή τους. Ηταν δύσκολο νά στηθή αισθητική γέφυρα μέ τό παρελθόν» («Athenes et les Grecs modernes» καί «L'Acropole d'Athenes» (Paris, 1855).
Ό Γάλλος πρεσβευτής στήν Κωνσταντινούπολη Nointel θά άναθέση σ' εναν άπό τούς ζωγράφους τής συνοδείας του ν' άπαθανατίση τά μνημεία της Ακροπόλεως. Τά σχέδια υπάρχουν. 'Αλλά είναι πρόχειρα καί έπιπόλαια. Γενικές φόρμες χωρίς άκρίβεια, χωρίς λεπτομέρειες. Άλλωστε, ό προορισμός τών ζωγράφων τού Nointel δέν ήταν η Ακρόπολη. Τις έλληνικές φορεσιές φιλοδοξούσε νά σχεδιάση ό Γάλλος διπλωμάτης. Οπως άποκαλύπτει ό Cornelio Magni, η κυριώτερη έπιθυμία του πρεσβευτή ήταν νά δημιουργήση μιά συλλογή άπό άχυρένιες κούκλες μέ όλες τις ενδυμασίες τής Ανατολής. Ό ζωγράφος του Nointel σχεδίασε τον Παρθενώνα σάν άξιοπερίεργο.

Οί περιηγητές Spon καί Wheler πού άκολούθησαν πρόσεξαν περισσότερο τά μνημεία. Άλλά μέ τήν ψυχρή περιέργεια του ευσυνείδητου οδοιπόρου. Ό αιώνας τους δέν άφηνε περιθώρια γιά αισθητικές συγκινήσεις. Η άρχαία έλληνική τέχνη ήταν άκόμα ένας άγνωστος κόσμος. Άκόμα καί οί πιο καλλιεργημένοι Εύρωπαίοι δέν μπορούσαν νά ξεχωρίσουν τά βυζαντινά άρχιτεκτονήματα άπό τά έργα του 'Ικτίνου. Τοποθετούσαν τή δημιουργία της μετόπης του ναού στην έποχή του Άδριανού. Είναι, έλεγαν, τόσο λευκά τά μάρμαρα πού αποκλείεται νά έχουν μεγαλύτερη ήλικία.

Ό ίδιος ό Καίνιξμαρκ προσπάθησε ν' άποσείση τήν εύθύνη τής καταστροφής του μνημείου. Στο ημερολόγιο της η Άννα Ακεργελμ άναφέρει τις επιφυλάξεις του στρατάρχη γιά τον βομβαρδισμό καί τήν επιμονή του Μοροζίνι.
ΠΗΓΗ : Κυρ. Σιμόπουλου «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα"

Δεν υπάρχουν σχόλια: