Οί Αθηναίοι του 1687 είχαν συνείδηση του μεγέθους τής καταστροφής καί καυτηρίασαν τή βαρβαρότητα τών πολιορκητών. Γράφει ό Laborde :
«Οί άπόγονοι τών Αθηναίων του Περικλέους δέν μιλούσαν βέβαια τή γλώσσα του Δημοσθένους καί είχαν λησμονήσει ολότελα τήν καλλιέργεια τών τεχνών καί τών γραμμάτων. Είχαν όμως διατηρήσει τό ευγενικό κλίμα τής ράτσας κι' άκόμα τήν ίδια εύφυία καί τό σεβασμό γιά ότι ενθουσίαζε τούς προγόνους τους».
Οί μισθοφόροι του Μοροζίνι θά καταλάβουν τήν Ακρόπολη ύστερα άπό τήν άνατίναξη του Παρθενώνος. Θά τήν εγκαταλείψουν, όμως, άδοξα καί έπαίσχυντα ύστερα άπό μερικούς μήνες. Ό άρχιστράτηγος αποφασίζει αρχικά νά ίσοπεδώση μέ λαγούμια τό φρούριο, τά κτίσματα καί τά μνημεία του. Άλλά δέν υπήρχαν τά μέσα καί ό χρόνος. Τό στράτευμα έπρεπε νά κινηθή εναντίον του Ευρίπου. Καί τελικά θά έπικρατήση η λογική σκέψη ότι είναι περιττή η καταστροφή άφού εκείνος πού κατέχει τό κάστρο τής Χαλκίδος ελέγχει καί τήν Ακρόπολη.
Ό πληθυσμός τής Αθήνας θά καταφύγη στο Μωριά ύστερα άπό τή μάταιη καί πολυώδυνη νίκη. Άλλά ό Μοροζίνι φιλοδοξεί νά μεταφέρη στή Βενετία ένα τρόπαιο άπό τήν Ακρόπολη γιά νά στηθή στήν πλατεία του Αγίου Μάρκου καί ν' άνταγωνίζεται τό τέθριππο άρμα πού άρπαξαν οί Βενετοί τό 1204 άπό τον ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως καί τό φόρτωσαν στη γαλέρα (τί θλιβερή σύμπτωση) κάποιου Μοροζίνι. Δυσκολία εκλογής δέν υπήρχε. Τά άγάλματα καί τά άνάγλυφα τών ναών καί τά κατακείμενα γλυπτά θά μπορούσαν νά γεμίσουν έκατό μουσεία.
Σκέφθηκε ότι ο Ποσειδών του δυτικού διαζώματος θά ήταν το πιο άξιο τρόπαιο. Το εξαίσιο γλυπτικό σύμπλεγμα ήταν ολότελα άθικτο. Ό άρχιστράτηγος πρόσταξε νά κατεβάσουν τά γλυπτά πού στόλιζαν 21 αιώνες τό ναό, νά τά μεταφέρουν στον Πειραιά καί νά τά φορτώσουν στή ναυαρχίδα.
Στήν άναφορά του προς τή βενετική Σύγκλητο ο Μοροζίνι εξηγεί λακωνικά καί ψυχρά πώς έγινε ο βάρβαρος ακρωτηριασμός (τήν έγραψε στον Πειραιά στις 19 Μαρτίου 1688).
«'Επί τη προβλέψει της εγκαταλείψεως τών Αθηνών συνέλαβον τό σχέδιον άποσπάσεως μερικών έκ τών ώραιοτέρων έργων τέχνης τά όποια θά ήδύναντο νά προσθέσουν νέαν λάμψιν εις τήν Δημοκρατίαν. Διέταξα δήθεν, νά άφαιρεθή άπό τήν πρόσοψιν του ναού, τής Αθηνάς, όπου υπάρχουν τά ωραιότερα γλυπτά, τό άγαλμα ένός Διός (Πρόκειται γιά άγαλμα του Ποσειδώνος) καί τά ανάγλυφα δύο μεγαλοπρεπών ίππων. Ευθύς όμως, ώς ήρχισεν η εργασία κατέρρευσεν όλόκληρον τό άνω τμήμα της κορωνίδος του ναού. Καί αποτελεί θαϋμα τό γεγονός ότι ουδείς έκ τών τεχνιτών έπαθε τι.
»Τό ατύχημα τούτο άποδίδεται εις τόν τρόπον κατασκευής του ναού. Οί λίθοι προσαρμόζονται ο εις προς τόν άλλον άνευ άμμοκονίας καί μέ θαυμαστήν τέχνην. Τό όλον, όμως, οικοδόμημα είχεν εις τό σημείον εκείνο έξαρθρωθή άπό τόν κλονισμόν τόν όποιον προεκάλεσεν η έκρηξις.
»Η άδυναμία τοποθετήσεως ικριωμάτων καί μεταφοράς έπί του φρουρίου κεραιών έκ τών γαλέρων καί άλλων μηχανημάτων διά τήν κατασκευήν βαρούλκων, κατέστησε δύσκολον καί έπικίνδυνον οιανδήποτε νέαν προσπάθειαν. Διέταξα, όθεν, τήν διακοπην τών εργασιών. Πολλώ μάλλον επειδή, μή υπάρχοντος πλέον του σημαντικωτέρου τμήματος του ναού, ό,τι άπέμεινεν μου έφάνη κατώτερον καί κατεστραμμένον άπό τήν διαβρωτικήν έπενέργειαν του χρόνου. Έν τούτοις, άπεφάσισα νά παραλάβω μίαν λέαιναν άριστης τέχνης, άκέφαλον όμως. Θά ήτο δυνατή η τελεία άντικατάστασις της κεφαλής μέ άλλην μαρμαρίνην, παρομοίαν προς τήν άρχικήν.
Πόρτο Λιόν, 19 Μαρτίου 1688.»
Ό Μοροζίνι δέν θά έγκαταλείψη τήν 'Αττική χωρίς τρόπαια. Πρόσταξε τήν άρπαγή δύο άκόμη λεόντων πού βρίσκονταν στο Θησείο καί ένός τρίτου πού στόλιζε τό λιμάνι του Πειραιά.
Τό παράδειγμα του άρχιστρατήγου άκολούθησαν όλοι οί ερασιτέχνες άρχαιόφιλοι καί λαφυραγωγοί του έκστρατευτικού σώματος. Κανείς δέν γύρισε στήν πατρίδα του μέ άδεια χέρια. Ό γραμματικός του Μοροζίνι San Gallo κράτησε τήν κεφαλή της Άπτέρου Νίκης (Είναι άλήθεια ότι επί Λουδοβίκου ΙΔ' ώργανώθηκαν άποστολές γιά τήν αναζήτηση καί τήν καταγραφή των μνημείων τών άρχαίων πολιτισμών στις χώρες τής 'Ανατολικής Μεσογείου. Άλλά μέ κύριο σκοπο τή συγκέντρωση αρχαιολογικών θησαυρών γιά τον έμπλουτισμό τών παλατιών του. Ό βασιλιάς, γράφει ό Charles Perrault στό έργο του «'Ο αιώνας του Λουδοβίκου του Μεγάλου», φιλοδοξώντας νά μείνουν στήν αίωνιότητα τά μεγαλόπρεπα οικοδομήματα πού έχτισε, «έστειλε στήν 'Ιταλία, στήν Αίγυπτο, στήν Ελλάδα, στή Συρία, στήν Περσία πολλούς σοφούς». Εστειλε, άλλά στήν Ελλάδα δέν έφθασε κανείς. Έκτός άπο μερικούς πανούργους καί συνήθως αμαθείς πράκτορες γιά τήν αρπαγή άρχαιοτήτων.)
Θά ήταν, ωστόσο, άφελέστατη υπερβολή ν' άξιώση κανείς άπό τον Βενετό αρχιστράτηγο σεβασμό τών άρχαίων μνημείων, όταν οί ίδιοι οί Ελληνες, 40 χρόνια άργότερα, πολιορκημένοι στήν Ακρόπολη άπό τά στρατεύματα του Κιουταχή, αποφασίζουν ν' ανατινάξουν κατά τήν έξοδό τους τό ύπονομευμένο μέ λαγούμια κάστρο καί τις άρχαιότητες, γιά νά μή χρησιμοποιηθή τό φρούριο άπό τον εχθρό, μ' ολο πού είχαν συνείδηση άκέραιη τής εύθύνης γιά την προστασία τών μνημείων.
Τετραμελής επιτροπή τών άγωνιστών έστειλε στις 13 Μαίου 1827 προς τήν Κυβέρνηση τήν ακόλουθη επιστολή :
«Σεβαστή Διοίκησις, Απ' άρχής τής πολιορκίας του φρουρίου, έδοκιμάσθη έναργώς ότι κακόν όμμα κακού δαίμονος επιβλέπει τά ημέτερα πράγματα, άλλ' έξ έναντίας έπιβλέπει καί τό παντέφορον βλέμμα του Παντοδυνάμου Θεού... Προ πολλών μηνών κατεχόμεθα υπό παντελούς ελλείψεως φαγωσίμων καί άναγκαίων προς θεραπείαν πληγωμένων καί άσθενών, υπομένοντες πάν είδος ταλαιπωρίας καί κακοπαθείας. Μ' όλον ότι έδείξαμεν επί πολύν χρόνον έργα θαυμαστά καί πατριωτισμόν άνυπέρβλητον, καί μ' όλον οτι τρεφόμεθα μόνον άπό κριθήν καί νερόν όλιγώτατον, όπερ καί τούτο έλαττοΰται παρ' ήμέραν. Διά νά πνέωμεν όμως άληθή τω οντι καί άνυπόκριτον ζήλον ύπέρ τής φιλτάτης καί γλυκυτάτης πατρίδος, άποφασισμένοι δντες όχι μέ μόνον λόγον, άλλά μέ έργον εις θάνατον, άπερρίψαμεν τήν διαταγήν του 'Αρχιστρατήγου, διά τό νά μήν άνήκον τά διαλαμβανόμενα εις τον χαρακτήρα μας καί βιάσαντες τά αδύνατα νά γένωσι δυνατά, κατεπείσαμεν τούς πολυπάθεις στρατιώτας, καί μέ δόσιν χρημάτων καί μέ ύπόσχεσιν μεγαλυτέραν έλπιζομένων, νά συμμείνωσι μεθ' ήμών ίσως έπιλάμψει έλπίς σωτηρίας του πολυτιμήτου τούτου φρουρίου. Σεβαστή Διοίκησις ! η τελευταία αύτη άπόφασίς μας έγένετο διά νά σώσωμεν, εί δυνατόν, τά σωζόμενα ένταύθα λείψανα τών θαυμαζομένων άρχαιοτήτων, έργα τών άειμνήστων πατέρων μας. 'Εν ταυτώ καί τον έχθρόν άπελπίζομεν καί τον κάμνομεν νά μή παρασύρεται άπό άλογους σκοπούς. Δείχνομεν καί εις τον ύπόλοιπον κόσμον δτι οί Ελληνες δέν πολεμούν δίκην ληστών. Οθεν ας είναι πεπεισμένη η Σ. Διοίκησις ότι χάριν τών περιποθήτων λειψάνων τής άρχαιότητος καί χάριν τής ελληνικής δόξης καί τιμής, θέλομεν άνθέξει μέχρις εσχάτης δυνάμεως εναντίον παντός άντιπολεμούντος δεινού. Αν όμως δέν επιφανή σωτηρίας έλπίς, καί τό έθνος δέν δυνηθή νά δώση ύπόληψιν εις ήμάς, τότε θέλει δοθή τό πυρ εις τό φρούριον, καί άς συναπολεσθώσι μεθ' ημών καί αύτά τά πολύτιμα τής άρχαιότητος έργα. Καθ' ότι μήτ' αύτά πλέον δεν ανέχονται νά περιφρονώντας καί νά καταπτύωνται άπό βάρβαρον στόμα. Οχι ! οχι ! Αύτά άν και άψυχα, άφήνουσιν όμως φωνήν καί μας καταρώνται άν τά έγκαταλείψωμεν εις τήν διάκρισιν τών βαρβάρων εχθρών» (Δ. Σουρμελή : "Ιστορία τών 'Αθηνών, σ. 230 – 231).
Σέ ώρα πολέμου κυριαρχεί πάντοτε η στυγνή στρατιωτική άνάγκη, το τυφλό ένστικτο καί ό νόμος τής βίας. Δέν υπάρχουν, όπως έχει άποδείξει η παγκόσμια ιστορία, παλαιά καί πρόσφατη, περιθώρια ευαισθησίας γιά τήν τύχη τών μνημείων καί τή σωτηρία τής «προγονικής κληρονομιάς». Τό 1826, κατά τή δεύτερη πολιορκία τής 'Ακροπόλεως ό διοικητής του τακτικού Γάλλος Φαβιέρος χρησιμοποιούσε τά μάρμαρα τών κιόνων του Παρθενώνος έναντίον τών Τούρκων πολιορκητών του φρουρίου : «Τήν αύτην ήμέραν, γράφει ό Καρώρης στο 'Ημερολόγιο του, ό συνταγματάρχης Φαββιέ, συνέλαβε τήν ιδέαν νά κατασκευάση εις είδος βόμβας εν όλόκληρον κομμάτι στήλης τού Παρθενώνος τρυπώντας το αρκετά εις τήν μέσην καί γεμίζοντάς το βαρούτην καί γρανάταις, νά τό ρίψη άπό τά τείχη του φρουρίου κάτω εις τά πλησίον όσπίτια όπου στέκουν Τούρκοι διά νά τούς προξενήση άνέλπιστον τρόμον. Οθεν έκαταγίνετο κοπιάζων εις τό νά μετακινήση άπό τον ναόν τό κομμάτι τής στήλης καί νά κατασκευασθή ώς έστοχάσθη».( Ν. Καρώρη : Ήμερολόγιον Πολιορκίας Αθηνών, σ. 189).
Τό ότι οί Ελληνες του Εικοσιένα είχαν συνείδηση του χρέους γιά τή σωτηρία τών άρχαιολογικών θησαυρών τής 'Ακροπόλεως προκύπτει άπό έγγραφα καί επίσημες έκδηλώσεις καί πρωτοβουλίες τής έποχής. Κατά τήν πρώτη πολιορκία τής 'Ακροπόλεως άπό τούς έπαναστατημένους 'Αθηναίους (1821), ό Γάλλος φιλέλληνας συνταγματάρχης Βουτιέ, διοικητής του πυροβολικού, ζήτησε βομβοβόλα γιά νά πλήξη τήν οχυρωμένη στο κάστρο τουρκική φρουρά. Η κυβέρνηση του έγραφε :
«'Αλλά μή λησμονήτε ότι μέσα εις τό κάστρον περικλείνονται αύτά τά πολύτιμα λείψανα τής άρχαιότητος, λείψανα όπού ό πανδαμάτωρ χρόνος, δέν μπόρεσε νά έξαφανίση• συνιστώμεν εις τήν άγάπην σας προς τό ώραίον τά άριστουργήματα τών προγόνων μας. Είθε η αιγίς τής Αθηνάς νά προφυλάξη τον ναόν της». Ό ίδιος ό Βουτιέ γράφει στο ημερολόγιο του: «Φοβόμουν έπίσης μήπως καταστρέψω τά αρχαία μνημεία άλλά ό δισταγμός μου κατανικήθηκε. «Μήπως δέν έχουμε κι' έμείς γυναίκες, παιδιά, γονείς μου έλεγαν οί Αθηναίοι. Υποφέρουν στήν εξορία καί στήν εξαθλίωση, ενώ ό θάνατος τούς κυκλώνει άπό παντού. . . Οσο γι' αύτά τά μνημεία τών προγόνων μας, άν χρειασθή θά τά θυσιάσουμε γιά νά κερδίσουμε τήν έλευθερία πού θά μας δώση τούς Καλλικράτες μας» (Memoires du colonel Voutier sur la gueure actuel des Grecs (Paris, 1837).
Τό ότι, τέλος, είχαν άντιμετωπίσει οί Ελληνες πολιορκημένοι τής Άκροπόλεως τήν ανατίναξη τών μνημείων επιβεβαιώνεται, καί άπό τη μαρτυρία του Μακρυγιάννη :
«Κι' όταν έρθουν οί Τούρκοι καί δέν μπορούμεν ν' άνθέξωμεν, βάνομεν φωτιά καί τόν Σερπετζέ στέλνομεν εις τόν άγέρα καί τούς Τούρκους όπού θά νάναι εκεί. Καί μ' αύτόν τόν τρόπον πηγαίνομεν πολεμώντας άς μέσα εις τόν ναόν• κι' εκεί κάνομεν γενικόν λαγούμι καί πάμεν στον άγέρα κι' έμείς καί οί Τούρκοι καί ό ναός. Οτι άν δέν μας στείλη άνθρώπους νέους η Κυβέρνηση — δέν θελήσουνε ναρθούνε — θ' άφήσουμεν άπολέμητο τό κάστρο νά φύγωμεν μ' ένάμιση μήνα πόλεμον;»
ΠΗΓΗ : Κυρ. Σιμόπουλου «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα"
2 σχόλια:
πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά, οι περισσότεροι δυστηχώς αγνοούν αυτή την περίοδο της ιστορίας, δηλαδή ο παρθενώνας θα ήταν άθικτος αν δεν είχαν συμβεί όλα αυτά τα γεγονότα, πραγματικά κρίμα...
πολύ ενδιαφέρον άρθρο, οι περισσότεροι αγνοούν αυτή την περίοδο της ιστορίας που είναι και πολύ σημαντική, αν δεν είχαν συμβεί δηλαδή αυτά τα γεγονότα με τον Μοροζίνι, ο παρθενώνας θα ήταν σήμερα άθικτος..
Δημοσίευση σχολίου