Στις 23 Μαΐου του 1952, σ’ ένα λατομείο κοντά στο Δίστομο, σκοτώθηκε ο
δεκαεπτάχρονος Λουκάς Κωστάκος, από πτώση ελάτου. Ο Κωστάκος ήταν από
το κοντινό χωριό Στείρι της Παρνασσίδας και μαζί με άλλους συγχωριανούς
του εργαζόταν στο λατομείο του Μπάρλου, απ’ όπου επέστρεφε στο χωριό του
κάθε βράδυ με το λεωφορείο της επιχείρησης.
Στις 23 Μαΐου του 1952 εκεί που εργαζόταν ο Λουκάς Κωστάκος, δέχτηκε ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από την πτώση ενός ελάτου που έκοψαν άλλοι εργάτες, χωρίς να υπολογίσουν καλά την απόσταση που τους χώριζε από αυτόν. Το ίδιο βράδυ, το αυτοκίνητο μετέφερε τον Λουκά νεκρό στο Στείρι.
Το σπίτι του Κωστάκου και ολόκληρο το χωριό βυθίστηκαν στο πένθος. Ο νεκρός ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο του χωριού που απέχει απ’ αυτό πεντακόσια μέτρα περίπου.
Η χαροκαμένη μάνα θρηνούσε ολημερίς φωνάζοντας τον Λουκά, επικαλούμενη συνεχώς την ψυχή του. Επιθυμούσε να τον δει και να του μιλήσει…
Πέρασε από τότε καιρός, όταν ξαφνικά ο Λουκάς έκανε την εμφάνισή του πρώτα στη μητέρα του. Της είπε ότι δεν ήταν τυχαίος ο θάνατός του, πράγμα που αν ήταν αληθινό, δικαιολογούσε τις επίμονες και πολύτροπες εκδηλώσεις του. Η μητέρα του, έκτοτε, τον άκουγε τη νύχτα να χτυπάει την εξώπορτα, να μπαίνει στο σπίτι και να περπατάει στα δωμάτια και στο κατώι.
Μία μέρα, βρήκε το πουλάρι σαμαρωμένο στο στάβλο, ενώ το είχαν αφήσει ξεσαμάρωτο και δε μπορούσε να μπει εκεί κανείς, αφού τον κλείδωναν. Μία άλλη ημέρα, βρήκαν το πουλάρι στο κατώι με δεμένους κόμπους στη θηλειά της τριχιάς του. Αυτά αποτελούσαν ένα μικρό μέρος από τα πολλά και παράξενα που διηγούνταν οι Στειριανοί…
Πολλές νύχτες άκουγαν τον Λουκά να φωνάζει με τα ονόματά τους τούς συγγενείς του, να επισκέπτεται τα σπίτια των συμπατριωτών του κάνοντάς τους διάφορες φάρσες, ενώ σε μία άλλη περίπτωση φόρεσε σε μία φοράδα το μεσοφόρι μίας συγχωριανής του, η οποία το είχε χάσει. Όσο απίστευτα και αν ακούγονται αυτά, εξακριβώθηκαν ως πραγματικά.
Με το θέμα ασχολήθηκε η Εταιρία Ψυχικών Ερευνών, όπου ο Πρόεδρός της, Άγγελος Τανάγρας, δήλωσε κατηγορηματικά ότι: “Αιτία των φαινομένων αυτών είναι η εκπεμπόμενη ραδιενέργεια από δυναμόλυτα άτομα, τα οποία διά της εκτοπλασματοποιήσεως των υποσυνειδήτων τους, ενεργούν ασυνειδήτως όλες αυτές τις τραγικές φάρσες”.
Σε μία μεταγενέστερη δήλωσή του όμως, ο Άγγελος Τανάγρας, περισσότερο επιφυλακτικός, από ψυχοφυσιολογικής απόψεως, ομολογούσε ότι, αν όλα αυτά ήταν γεγονότα, τότε θα επρόκειτο περί εξαιρετικού φαινομένου, μεγίστης επιστημονικής σημασίας.
Όταν ρωτήθηκε αν ένας άνθρωπος που πέθανε από βίαιο θάνατο μπορούσε να κάνει αισθητή την παρουσία του, απάντησε ότι παρατηρούνταν τέτοια φαινόμενα σε περιπτώσεις ανθρώπων με φοβερό μίσος, με φθόνο, με μεγάλο ερεθισμό, με υπερβολική αγάπη σε ένα πρόσωπο. Αλλά για να συνέβαιναν όλα αυτά, έπρεπε να υπήρχε μεταθανάτια συνείδηση.
Ακριβώς περί αυτού επρόκειτο. Συμφωνούσαν μάλιστα απολύτως και οι Μεταψυχιστές, ότι ο Λουκάς Κωστάκος, ούτε βρυκόλακας ήταν, ούτε ραδιενέργεια, ούτε εκτοπλασματοποίηση υποσυνείδητου, αλλά μία μεταθανάτια συνειδητή ύπαρξη που λόγω του βίαιου θανάτου, έφερε ένα “αιθερικό σώμα” πολύ συμπυκνωμένο, χάρη στο οποίο επηρέαζε τη φυσική ύλη του κόσμου μας, προκαλώντας τα εξαιρετικά αυτά φαινόμενα.
Η μεταψυχική άποψη δεχόταν ότι οι άνθρωποι που πέθαιναν από βίαιο θάνατο εγκατέλειπαν ένα “αιθερικό σώμα” πανομοιότυπο του φυσικού σώματος, το οποίο έπρεπε να αποσυντεθεί και αυτό για να μείνει ελεύθερο το καθαυτό ψυχικό σώμα. Σε όσους πεθαίνουν από φυσικό θάνατο, το σώμα αυτό αποσυντίθεται λίγες ώρες μετά τον ενταφιασμό του σώματος. Για όσους όμως πεθαίνουν από βίαιο θάνατο, το αιθερικό αυτό περίβλημα της ψυχής παραμένει ημέρες, μήνες και κάποτε χρόνια, γίνεται δε αιτία να ζουν οι νεκροί ζωή πολύ γήινη, λόγω του ότι διατηρούν όλα τα χονδροειδή όργανα και τις γήινες επιθυμίες, τις οποίες με κάθε τρόπο προσπαθούν να ικανοποιήσουν. Στην περίπτωση του Λουκά Κωστάκου, συνέβαινε κάτι παρόμοιο.
Ούτε αμαρτωλός ήταν, ούτε βρικολάκιασε, ούτε περί εκτοπλασμάτων ταχυδακτυλουργικών επρόκειτο, αλλά για μία πονεμένη ψυχή ενός νέου που έφυγε από τον κόσμο μας άδικα, πάνω στην ακμή και στο σφρίγος της νιότης του και δεν εννοούσε να τον εγκαταλείψει, αν δεν λάμβανε ικανοποίηση για το κακό που του έκαναν.
Όπως ισχυρίζονταν, μάλιστα, οι Μεταψυχιστές, κάθε βίαιος θάνατος είναι μεγάλο κακό για εκείνον που τον υφίσταται. Έτσι λοιπόν, ο Λουκάς, αιχμαλωτισμένος μέσα σε ένα κορμί αόρατο βέβαια, αλλά αρκετά υλικό, ώστε να μπορούσε να εκδηλώνεται στον κόσμο μας, περιπλανιόταν ανάμεσα στα μέρη που αγάπησε, μέχρι το “σωματοειδές” περίβλημά του να διαλυόταν και να αντίκρυζε τον λεγόμενο “πνευματικό” κόσμο.
Μέχρις ότου, όμως, συνέβαινε αυτό, η Εταιρία Ψυχικών Ερευνών θα λάμβανε τα ενδεικνυόμενα μέτρα, προκειμένου το χωριό να απαλλασσόταν από τον εφιάλτη αυτό.
Η είδηση αυτή δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 08/03/1953…
Στις 23 Μαΐου του 1952 εκεί που εργαζόταν ο Λουκάς Κωστάκος, δέχτηκε ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από την πτώση ενός ελάτου που έκοψαν άλλοι εργάτες, χωρίς να υπολογίσουν καλά την απόσταση που τους χώριζε από αυτόν. Το ίδιο βράδυ, το αυτοκίνητο μετέφερε τον Λουκά νεκρό στο Στείρι.
Το σπίτι του Κωστάκου και ολόκληρο το χωριό βυθίστηκαν στο πένθος. Ο νεκρός ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο του χωριού που απέχει απ’ αυτό πεντακόσια μέτρα περίπου.
Η χαροκαμένη μάνα θρηνούσε ολημερίς φωνάζοντας τον Λουκά, επικαλούμενη συνεχώς την ψυχή του. Επιθυμούσε να τον δει και να του μιλήσει…
Πέρασε από τότε καιρός, όταν ξαφνικά ο Λουκάς έκανε την εμφάνισή του πρώτα στη μητέρα του. Της είπε ότι δεν ήταν τυχαίος ο θάνατός του, πράγμα που αν ήταν αληθινό, δικαιολογούσε τις επίμονες και πολύτροπες εκδηλώσεις του. Η μητέρα του, έκτοτε, τον άκουγε τη νύχτα να χτυπάει την εξώπορτα, να μπαίνει στο σπίτι και να περπατάει στα δωμάτια και στο κατώι.
Μία μέρα, βρήκε το πουλάρι σαμαρωμένο στο στάβλο, ενώ το είχαν αφήσει ξεσαμάρωτο και δε μπορούσε να μπει εκεί κανείς, αφού τον κλείδωναν. Μία άλλη ημέρα, βρήκαν το πουλάρι στο κατώι με δεμένους κόμπους στη θηλειά της τριχιάς του. Αυτά αποτελούσαν ένα μικρό μέρος από τα πολλά και παράξενα που διηγούνταν οι Στειριανοί…
Πολλές νύχτες άκουγαν τον Λουκά να φωνάζει με τα ονόματά τους τούς συγγενείς του, να επισκέπτεται τα σπίτια των συμπατριωτών του κάνοντάς τους διάφορες φάρσες, ενώ σε μία άλλη περίπτωση φόρεσε σε μία φοράδα το μεσοφόρι μίας συγχωριανής του, η οποία το είχε χάσει. Όσο απίστευτα και αν ακούγονται αυτά, εξακριβώθηκαν ως πραγματικά.
Με το θέμα ασχολήθηκε η Εταιρία Ψυχικών Ερευνών, όπου ο Πρόεδρός της, Άγγελος Τανάγρας, δήλωσε κατηγορηματικά ότι: “Αιτία των φαινομένων αυτών είναι η εκπεμπόμενη ραδιενέργεια από δυναμόλυτα άτομα, τα οποία διά της εκτοπλασματοποιήσεως των υποσυνειδήτων τους, ενεργούν ασυνειδήτως όλες αυτές τις τραγικές φάρσες”.
Σε μία μεταγενέστερη δήλωσή του όμως, ο Άγγελος Τανάγρας, περισσότερο επιφυλακτικός, από ψυχοφυσιολογικής απόψεως, ομολογούσε ότι, αν όλα αυτά ήταν γεγονότα, τότε θα επρόκειτο περί εξαιρετικού φαινομένου, μεγίστης επιστημονικής σημασίας.
Όταν ρωτήθηκε αν ένας άνθρωπος που πέθανε από βίαιο θάνατο μπορούσε να κάνει αισθητή την παρουσία του, απάντησε ότι παρατηρούνταν τέτοια φαινόμενα σε περιπτώσεις ανθρώπων με φοβερό μίσος, με φθόνο, με μεγάλο ερεθισμό, με υπερβολική αγάπη σε ένα πρόσωπο. Αλλά για να συνέβαιναν όλα αυτά, έπρεπε να υπήρχε μεταθανάτια συνείδηση.
Ακριβώς περί αυτού επρόκειτο. Συμφωνούσαν μάλιστα απολύτως και οι Μεταψυχιστές, ότι ο Λουκάς Κωστάκος, ούτε βρυκόλακας ήταν, ούτε ραδιενέργεια, ούτε εκτοπλασματοποίηση υποσυνείδητου, αλλά μία μεταθανάτια συνειδητή ύπαρξη που λόγω του βίαιου θανάτου, έφερε ένα “αιθερικό σώμα” πολύ συμπυκνωμένο, χάρη στο οποίο επηρέαζε τη φυσική ύλη του κόσμου μας, προκαλώντας τα εξαιρετικά αυτά φαινόμενα.
Η μεταψυχική άποψη δεχόταν ότι οι άνθρωποι που πέθαιναν από βίαιο θάνατο εγκατέλειπαν ένα “αιθερικό σώμα” πανομοιότυπο του φυσικού σώματος, το οποίο έπρεπε να αποσυντεθεί και αυτό για να μείνει ελεύθερο το καθαυτό ψυχικό σώμα. Σε όσους πεθαίνουν από φυσικό θάνατο, το σώμα αυτό αποσυντίθεται λίγες ώρες μετά τον ενταφιασμό του σώματος. Για όσους όμως πεθαίνουν από βίαιο θάνατο, το αιθερικό αυτό περίβλημα της ψυχής παραμένει ημέρες, μήνες και κάποτε χρόνια, γίνεται δε αιτία να ζουν οι νεκροί ζωή πολύ γήινη, λόγω του ότι διατηρούν όλα τα χονδροειδή όργανα και τις γήινες επιθυμίες, τις οποίες με κάθε τρόπο προσπαθούν να ικανοποιήσουν. Στην περίπτωση του Λουκά Κωστάκου, συνέβαινε κάτι παρόμοιο.
Ούτε αμαρτωλός ήταν, ούτε βρικολάκιασε, ούτε περί εκτοπλασμάτων ταχυδακτυλουργικών επρόκειτο, αλλά για μία πονεμένη ψυχή ενός νέου που έφυγε από τον κόσμο μας άδικα, πάνω στην ακμή και στο σφρίγος της νιότης του και δεν εννοούσε να τον εγκαταλείψει, αν δεν λάμβανε ικανοποίηση για το κακό που του έκαναν.
Όπως ισχυρίζονταν, μάλιστα, οι Μεταψυχιστές, κάθε βίαιος θάνατος είναι μεγάλο κακό για εκείνον που τον υφίσταται. Έτσι λοιπόν, ο Λουκάς, αιχμαλωτισμένος μέσα σε ένα κορμί αόρατο βέβαια, αλλά αρκετά υλικό, ώστε να μπορούσε να εκδηλώνεται στον κόσμο μας, περιπλανιόταν ανάμεσα στα μέρη που αγάπησε, μέχρι το “σωματοειδές” περίβλημά του να διαλυόταν και να αντίκρυζε τον λεγόμενο “πνευματικό” κόσμο.
Μέχρις ότου, όμως, συνέβαινε αυτό, η Εταιρία Ψυχικών Ερευνών θα λάμβανε τα ενδεικνυόμενα μέτρα, προκειμένου το χωριό να απαλλασσόταν από τον εφιάλτη αυτό.
Η είδηση αυτή δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 08/03/1953…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου