Το Λοχ Νες είναι μια πανέμορφη λίμνη της Βορείου Σκωτίας, που το
μεγαλύτερο βάθος της φτάνει τα 226 μέτρα. Πολλοί σκωτσέζικοι θρύλοι
βεβαιώνουν ότι κάθε λίμνη κρύβει στα νερά της ένα τέρας, πολλώ δε
μάλλον, η λίμνη του Λοχ Νες, στα βάθη της οποίας κρύβονται πολλά
ανεξερεύνητα σπήλαια.
Στις 14 Απριλίου του 1933, ο John Mackay και η γυναίκα του, Aldie, προχωρούσαν με το αυτοκίνητό τους κατά μήκος της βόρειας όχθης της λίμνης, όταν ξαφνικά η κυρία Mackay φώναξε, δείχνοντας προς τη λίμνη: “Κοίταξε, John, ένα υποβρύχιο!”.
Ο σύζυγός της αιφνιδιάστηκε. Της απάντησε, όμως, ότι δε φαινόταν για υποβρύχιο, αλλά έμοιαζε περισσότερο με ένα πελώριο ερπετό, καθώς είχε ξεπροβάλει το κεφάλι του έξω από το νερό και κινούνταν ακριβώς, όπως τα φίδια στην ξηρά.
Ο Σκωτσέζος σταμάτησε απότομα το αυτοκίνητό του, για να παρακολουθήσει το θέαμα. Μα, το θεόρατο πλάσμα καταδύθηκε αστραπιαία κι εξαφανίστηκε. Ύστερα από αυτό, οι Mackay περιέγραψαν τα όσα είδαν στον δημοσιογράφο Alex Campbell, ο οποίος έσπευσε να δημοσιοποιήσει το παράξενο νέο στην εφημερίδα του. Αυτή η συναρπαστική είδηση συγκλόνισε ολόκληρη τη Μεγάλη Βρετανία. Το τέρας του Λοχ Νες, που του έδωσαν το χαριτωμένο όνομα “Νέσσι”, έμελλε να μείνει στην Ιστορία.
Από τότε, πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριξαν ότι είχαν δει με τα ίδια τους τα μάτια το υδάτινο θηρίο, ανάμεσά τους γιατροί και κληρικοί, όλοι τους αξιόπιστοι και αξιοσέβαστοι πολίτες, που δεν είχαν καμιά ανάγκη να υπερβάλλουν, αλλά ούτε και να τραβήξουν την προσοχή των άλλων.
Η καλύτερη αφήγηση για την περιβόητη Νέσσι προήλθε από τον πλοίαρχο William Brondie και από τους υπόλοιπους ναύτες του ρυμουλκού πλοίου “Arrow”, στις 30 Αυγούστου 1938.
“Το απόγευμα της 30ης Αυγούστου, έγραφε στην έκθεσή του, το τέρας του Λοχ Νες έπλεε με το κεφάλι ορθωμένο. Στις 16:51, ξαναφάνηκε και προσπέρασε το πλοίο μας. Είδαμε ολοκάθαρα το σώμα του να κυματίζει έξω από το νερό. Το μήκος του ήταν από 9 έως 12 μέτρα”.
Το καλοκαίρι του 1947, η ύπαρξη του τέρατος επιβεβαιώθηκε επισήμως από έναν δημοτικό υπάλληλο. Έκτοτε, ο αριθμός των ανθρώπων, που επέμεναν ότι είχαν δει το παράξενο ζώο, αυξήθηκε δραματικά. Πολλοί κυνηγοί εξέφρασαν την επιθυμία να συλλάβουν τη Νέσσι με δίχτυα, με αγκίστρια ή ακόμα και με δολώματα, που περιείχαν ναρκωτικές ουσίες. Ωκεανογραφικά μουσεία πρόσφεραν εκατομμύρια, για να εξασφαλίσουν το θρυλικό πλάσμα. Ωστόσο, το τέρας του Λοχ Νες δεν ξαναφάνηκε.
Παρόλα αυτά, η ύπαρξή του δεν αμφισβητήθηκε και οι Σκωτσέζοι ένιωθαν υπερήφανοι για το υδάτινο ερπετό τους, που άλλωστε προσέλκυε χιλιάδες τουρίστες στην όμορφη περιοχή τους.
Οι αφηγήσεις για τα θαλάσσια ερπετά είναι τόσο παλιές, όσο και ο κόσμος. Ο ιστορικός Πλίνιος, αλλά και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης, είχαν γράψει ότι στην Αφρική, ιδίως στη Λιβύη, αρκετοί θαλασσοπόροι είχαν δεχθεί επιθέσεις από θαλάσσια φίδια, που αγαπούσαν ιδιαιτέρως την ανθρώπινη σάρκα.
Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι ο στρατός του Ρωμύλου, το 255 π.Χ, εξόντωσε σ’ ένα μικρό ποτάμι, κοντά στην Τύνιδα, ένα πελώριο φίδι, το δέρμα του οποίου στάλθηκε στη Ρώμη.
Τον 15ο αιώνα, ο Olaus Magnus, Σουηδός συγγραφέας και Αρχιεπίσκοπος της Ουψάλα, είχε δει, κατά τα ταξίδια του, ένα γιγαντιαίο θαλάσσιο φίδι, μήκους 60 μέτρων, το οποίο έφερε στη ράχη του μια κυματοειδή χαίτη. Το κήτος, που θύμιζε δράκο, είχε καταβροχθίσει πολλούς ναυτικούς.
Οι αφηγήσεις των ναυτικών, που εξομολογούνταν ότι είχαν δει τερατόμορφα πλάσματα στις θάλασσες, είναι πραγματικά απειράριθμες, αν και όχι πάντοτε πειστικές. Αλλά, στα τέλη του 19ου αιώνα, επίσημες διαπιστώσεις ενίσχυσαν την άποψη ότι στα βάθη των ωκεανών ζουν άγνωστα ζώα, πολλά από τα οποία ανήκουν στην προϊστορική εποχή, όπως κι ένα είδος θαλάσσιου ερπετού.
Στις 17 Ιουλίου 1887, η γαλλική κανονιοφόρος “Avalanche” έπλεε στα ανοιχτά του όρμου Fai-tsi-long, στη Νότια Κίνα, όταν οι ναύτες του είδαν κατάπληκτοι δυο θαλάσσια φίδια, μήκους είκοσι μέτρων περίπου. Όταν πυροβόλησαν έντρομοι εναντίον τους, τα τέρατα εξαφανίστηκαν. Στις 15 Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, η γαλλική κανονιοφόρος συναντήθηκε ξανά στο ίδιο αρχιπέλαγος με τα δυο πελώρια ερπετά, τα κυνήγησε μανιωδώς και κατόρθωσε να πληγώσει το ένα από αυτά.
Το 1904, η κανονιοφόρος “Λα Ντεσιντέ” διασταυρώθηκε στη ρότα της με ένα άλλο θαλάσσιο τέρας, μήκους 30 μέτρων. Στις 8 Μαρτίου 1854, ο Γάλλος ναυτικός Μοργκάν είδε ένα υπερμέγεθες φίδι στα ανοιχτά της Σιγκαπούρης, το οποίο το συνάντησε μετά από τρία χρόνια στην ίδια περιοχή και ο Άγγλος πλοίαρχος Χάρρινγκτον.
Στις 8 Ιουλίου 1876, ο Άγγλος Ντρέβορ συγκλονίστηκε, όταν ένα απροσδιόριστο τέρας, μήκους τουλάχιστον δέκα μέτρων, πάλευε με έναν καρχαρία, τον οποίο και παρέσυρε στην άβυσσο, στα ανοιχτά της Βραζιλίας. Επίσης, στις 24 Φεβρουαρίου 1898, ο Γάλλος πλοίαρχος Μενιέ και δέκα άλλοι αξιωματικοί διαπίστωσαν πως δυο τεράστια μακρόστενα κήτη, που δεν έμοιαζαν με τίποτα από όσα είχαν γνωρίσει οι εμπειρότατοι ναυτικοί, προσπέρασαν το πλοίο τους με μεγάλη ταχύτητα.
Είναι άραγε τόσα πολλά τα θαλάσσια τέρατα; Τι κρύβουν τάχα οι αχανείς ωκεανοί, που, ακόμα και σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος τους παραμένει ανεξερεύνητο;
Η Βίβλος περιέχει την περιπέτεια του Ιωνά, ο οποίος είχε καταβροχθιστεί από ένα γιγαντιαίο ψάρι, που ο ίδιος το αποκάλεσε φάλαινα, μιας και δεν ήξερε τι άλλο όνομα να του δώσει. Κατάφερε να βγει από τα σωθικά της ζωντανός, τρεις μέρες αργότερα. Βέβαια, αυτό το θαύμα θα μπορούσε να εξηγηθεί, αν παραδεχτούμε ότι ίσως επρόκειτο για υποβρύχιο, που ανήκε σ’ έναν γήινο λαό ή σε μια εξωγήινη φυλή, δεδομένου ότι πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι κάτοικοι άλλων πλανητών είχαν επισκεφτεί τον πλανήτη μας, πριν ακόμα από χιλιάδες έτη. Προφανώς, η θεωρία αυτή εκλαμβάνεται ως φανταστική.
Συγγραφείς του Μεσαίωνα διηγούνταν ότι υπήρχαν θεόρατα ψάρια, που έμοιαζαν με πλωτά νησιά, πάνω στα οποία θα μπορούσε να εγκατασταθεί ένας ολόκληρος πληθυσμός.
Ο Γάλλος κληρικός και συγγραφέας Georges Fournier, στο έργο του “Υδρογραφία”, που εξεδόθη το 1643, ανέφερε πως κάποιο θαλάσσιο τέρας είχε εξοκείλει στη Βαλένθια της Ισπανίας. Το κεφάλι του ήταν τόσο μεγάλο, ώστε στο στόμα του χωρούσαν όρθιοι επτά ναύτες ή ένας άντρας έφιππος.
Εξ’ άλλου, η παράδοση αναφέρει την περίπτωση ενός κολοσσιαίου χταποδιού, που ονομάστηκε Κράκεν, το οποίο μπορούσε να συντρίψει ένα καράβι, συνθλίβοντάς το με τα πανίσχυρα πλοκάμια του. Πρόκειται, μάλλον, περί θρύλου, αλλά ουλές από βεντούζες, διαμέτρου περίπου πενήντα εκατοστών, που βρέθηκαν στο δέρμα διάφορων κητών, μας αφήνουν να υποθέσουμε ότι υπάρχουν γιγαντιαία καλαμάρια, μήκους σαράντα πέντε μέτρων.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 04/04/1964…
Στις 14 Απριλίου του 1933, ο John Mackay και η γυναίκα του, Aldie, προχωρούσαν με το αυτοκίνητό τους κατά μήκος της βόρειας όχθης της λίμνης, όταν ξαφνικά η κυρία Mackay φώναξε, δείχνοντας προς τη λίμνη: “Κοίταξε, John, ένα υποβρύχιο!”.
Ο σύζυγός της αιφνιδιάστηκε. Της απάντησε, όμως, ότι δε φαινόταν για υποβρύχιο, αλλά έμοιαζε περισσότερο με ένα πελώριο ερπετό, καθώς είχε ξεπροβάλει το κεφάλι του έξω από το νερό και κινούνταν ακριβώς, όπως τα φίδια στην ξηρά.
Ο Σκωτσέζος σταμάτησε απότομα το αυτοκίνητό του, για να παρακολουθήσει το θέαμα. Μα, το θεόρατο πλάσμα καταδύθηκε αστραπιαία κι εξαφανίστηκε. Ύστερα από αυτό, οι Mackay περιέγραψαν τα όσα είδαν στον δημοσιογράφο Alex Campbell, ο οποίος έσπευσε να δημοσιοποιήσει το παράξενο νέο στην εφημερίδα του. Αυτή η συναρπαστική είδηση συγκλόνισε ολόκληρη τη Μεγάλη Βρετανία. Το τέρας του Λοχ Νες, που του έδωσαν το χαριτωμένο όνομα “Νέσσι”, έμελλε να μείνει στην Ιστορία.
Από τότε, πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριξαν ότι είχαν δει με τα ίδια τους τα μάτια το υδάτινο θηρίο, ανάμεσά τους γιατροί και κληρικοί, όλοι τους αξιόπιστοι και αξιοσέβαστοι πολίτες, που δεν είχαν καμιά ανάγκη να υπερβάλλουν, αλλά ούτε και να τραβήξουν την προσοχή των άλλων.
Η καλύτερη αφήγηση για την περιβόητη Νέσσι προήλθε από τον πλοίαρχο William Brondie και από τους υπόλοιπους ναύτες του ρυμουλκού πλοίου “Arrow”, στις 30 Αυγούστου 1938.
“Το απόγευμα της 30ης Αυγούστου, έγραφε στην έκθεσή του, το τέρας του Λοχ Νες έπλεε με το κεφάλι ορθωμένο. Στις 16:51, ξαναφάνηκε και προσπέρασε το πλοίο μας. Είδαμε ολοκάθαρα το σώμα του να κυματίζει έξω από το νερό. Το μήκος του ήταν από 9 έως 12 μέτρα”.
Το καλοκαίρι του 1947, η ύπαρξη του τέρατος επιβεβαιώθηκε επισήμως από έναν δημοτικό υπάλληλο. Έκτοτε, ο αριθμός των ανθρώπων, που επέμεναν ότι είχαν δει το παράξενο ζώο, αυξήθηκε δραματικά. Πολλοί κυνηγοί εξέφρασαν την επιθυμία να συλλάβουν τη Νέσσι με δίχτυα, με αγκίστρια ή ακόμα και με δολώματα, που περιείχαν ναρκωτικές ουσίες. Ωκεανογραφικά μουσεία πρόσφεραν εκατομμύρια, για να εξασφαλίσουν το θρυλικό πλάσμα. Ωστόσο, το τέρας του Λοχ Νες δεν ξαναφάνηκε.
Παρόλα αυτά, η ύπαρξή του δεν αμφισβητήθηκε και οι Σκωτσέζοι ένιωθαν υπερήφανοι για το υδάτινο ερπετό τους, που άλλωστε προσέλκυε χιλιάδες τουρίστες στην όμορφη περιοχή τους.
Οι αφηγήσεις για τα θαλάσσια ερπετά είναι τόσο παλιές, όσο και ο κόσμος. Ο ιστορικός Πλίνιος, αλλά και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης, είχαν γράψει ότι στην Αφρική, ιδίως στη Λιβύη, αρκετοί θαλασσοπόροι είχαν δεχθεί επιθέσεις από θαλάσσια φίδια, που αγαπούσαν ιδιαιτέρως την ανθρώπινη σάρκα.
Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι ο στρατός του Ρωμύλου, το 255 π.Χ, εξόντωσε σ’ ένα μικρό ποτάμι, κοντά στην Τύνιδα, ένα πελώριο φίδι, το δέρμα του οποίου στάλθηκε στη Ρώμη.
Τον 15ο αιώνα, ο Olaus Magnus, Σουηδός συγγραφέας και Αρχιεπίσκοπος της Ουψάλα, είχε δει, κατά τα ταξίδια του, ένα γιγαντιαίο θαλάσσιο φίδι, μήκους 60 μέτρων, το οποίο έφερε στη ράχη του μια κυματοειδή χαίτη. Το κήτος, που θύμιζε δράκο, είχε καταβροχθίσει πολλούς ναυτικούς.
Οι αφηγήσεις των ναυτικών, που εξομολογούνταν ότι είχαν δει τερατόμορφα πλάσματα στις θάλασσες, είναι πραγματικά απειράριθμες, αν και όχι πάντοτε πειστικές. Αλλά, στα τέλη του 19ου αιώνα, επίσημες διαπιστώσεις ενίσχυσαν την άποψη ότι στα βάθη των ωκεανών ζουν άγνωστα ζώα, πολλά από τα οποία ανήκουν στην προϊστορική εποχή, όπως κι ένα είδος θαλάσσιου ερπετού.
Στις 17 Ιουλίου 1887, η γαλλική κανονιοφόρος “Avalanche” έπλεε στα ανοιχτά του όρμου Fai-tsi-long, στη Νότια Κίνα, όταν οι ναύτες του είδαν κατάπληκτοι δυο θαλάσσια φίδια, μήκους είκοσι μέτρων περίπου. Όταν πυροβόλησαν έντρομοι εναντίον τους, τα τέρατα εξαφανίστηκαν. Στις 15 Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, η γαλλική κανονιοφόρος συναντήθηκε ξανά στο ίδιο αρχιπέλαγος με τα δυο πελώρια ερπετά, τα κυνήγησε μανιωδώς και κατόρθωσε να πληγώσει το ένα από αυτά.
Το 1904, η κανονιοφόρος “Λα Ντεσιντέ” διασταυρώθηκε στη ρότα της με ένα άλλο θαλάσσιο τέρας, μήκους 30 μέτρων. Στις 8 Μαρτίου 1854, ο Γάλλος ναυτικός Μοργκάν είδε ένα υπερμέγεθες φίδι στα ανοιχτά της Σιγκαπούρης, το οποίο το συνάντησε μετά από τρία χρόνια στην ίδια περιοχή και ο Άγγλος πλοίαρχος Χάρρινγκτον.
Στις 8 Ιουλίου 1876, ο Άγγλος Ντρέβορ συγκλονίστηκε, όταν ένα απροσδιόριστο τέρας, μήκους τουλάχιστον δέκα μέτρων, πάλευε με έναν καρχαρία, τον οποίο και παρέσυρε στην άβυσσο, στα ανοιχτά της Βραζιλίας. Επίσης, στις 24 Φεβρουαρίου 1898, ο Γάλλος πλοίαρχος Μενιέ και δέκα άλλοι αξιωματικοί διαπίστωσαν πως δυο τεράστια μακρόστενα κήτη, που δεν έμοιαζαν με τίποτα από όσα είχαν γνωρίσει οι εμπειρότατοι ναυτικοί, προσπέρασαν το πλοίο τους με μεγάλη ταχύτητα.
Είναι άραγε τόσα πολλά τα θαλάσσια τέρατα; Τι κρύβουν τάχα οι αχανείς ωκεανοί, που, ακόμα και σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος τους παραμένει ανεξερεύνητο;
Η Βίβλος περιέχει την περιπέτεια του Ιωνά, ο οποίος είχε καταβροχθιστεί από ένα γιγαντιαίο ψάρι, που ο ίδιος το αποκάλεσε φάλαινα, μιας και δεν ήξερε τι άλλο όνομα να του δώσει. Κατάφερε να βγει από τα σωθικά της ζωντανός, τρεις μέρες αργότερα. Βέβαια, αυτό το θαύμα θα μπορούσε να εξηγηθεί, αν παραδεχτούμε ότι ίσως επρόκειτο για υποβρύχιο, που ανήκε σ’ έναν γήινο λαό ή σε μια εξωγήινη φυλή, δεδομένου ότι πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι κάτοικοι άλλων πλανητών είχαν επισκεφτεί τον πλανήτη μας, πριν ακόμα από χιλιάδες έτη. Προφανώς, η θεωρία αυτή εκλαμβάνεται ως φανταστική.
Συγγραφείς του Μεσαίωνα διηγούνταν ότι υπήρχαν θεόρατα ψάρια, που έμοιαζαν με πλωτά νησιά, πάνω στα οποία θα μπορούσε να εγκατασταθεί ένας ολόκληρος πληθυσμός.
Ο Γάλλος κληρικός και συγγραφέας Georges Fournier, στο έργο του “Υδρογραφία”, που εξεδόθη το 1643, ανέφερε πως κάποιο θαλάσσιο τέρας είχε εξοκείλει στη Βαλένθια της Ισπανίας. Το κεφάλι του ήταν τόσο μεγάλο, ώστε στο στόμα του χωρούσαν όρθιοι επτά ναύτες ή ένας άντρας έφιππος.
Εξ’ άλλου, η παράδοση αναφέρει την περίπτωση ενός κολοσσιαίου χταποδιού, που ονομάστηκε Κράκεν, το οποίο μπορούσε να συντρίψει ένα καράβι, συνθλίβοντάς το με τα πανίσχυρα πλοκάμια του. Πρόκειται, μάλλον, περί θρύλου, αλλά ουλές από βεντούζες, διαμέτρου περίπου πενήντα εκατοστών, που βρέθηκαν στο δέρμα διάφορων κητών, μας αφήνουν να υποθέσουμε ότι υπάρχουν γιγαντιαία καλαμάρια, μήκους σαράντα πέντε μέτρων.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΜΠΡΟΣ”, στις 04/04/1964…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου