(Τηλέμαχου Κ. Λουγγή, Απόσπασμα από την μελέτη του)
«Επιθεώρηση ενόπλων δυνάμεων πριν από εκστρατεία»
Σύμφωνα με τον Νικηφόρο Βρυέννιο, στο τρίτο τέταρτο του ενδέκατου αιώνα, η αρχαία των Καππαδοκών μητρόπολις, φημί δη την περιβόητον Καισάρειαν, είχε τα τείχη της διερρωγότα και μόνο μερικοί πύργοι είχαν απομείνει, εις απόδειξιν οίμαι της παλαιάς ευδαιμονίας της πόλεως.
Η βαρύτητα, αν όχι η ευδαιμονία της Καισαρείας έναν αιώνα νωρίτερα από την εποχή που περιγράφει ο Βρυέννιος φαίνεται από το γεγονός ότι, το 956, ο νέος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πολύευκτος (956 – 970) χειροτονείται όχι από το μητροπολίτη Ηράκλειας Περίνθου, σύμφωνα με το έθος, αλλά από το μητροπολίτη Καισαρείας.
Ήδη από το 923, ο ευγενής και ικανότατος δομέστικος των σχολών Ιωάννης Κουρκούας φέρεται να έχει ως έδρα των στρατευμάτων του την Καισαρεία. Από εκεί, θα καταπνίξει την εξέγερση που θα ξεσπάσει στο θέμα Χαλδίας την εποχή αυτή.
Αν, από καθαρά στρατιωτική άποψη, η Καισαρεία ασκεί κάποια ιδιαίτερη επιρροή στα πράγματα της αυτοκρατορίας κατά το δεύτερο ήμισυ του δέκατου αιώνα, αυτό θα γίνει αισθητό στον τρόπο, με τον οποίο θα εκπληρωθεί ο χρησμός της Κρήτης.
Στις αρχές Ιουλίου του 963, ο δομέστικος των σχολών της Ανατολής Νικηφόρος Φωκάς μαζί με τον ανηψιό του στρατηγό των Ανατολικών Ιωάννη Τζιμισκήυποδέχεται την στρατιάν στην Καισαρεία.
Έπεί δε εντός ολίγων ημερών άπαν το της Ασίας προς αυτόν συνήθροιστο στράτευμα, οι στρατηγοί των θεμάτων με επικεφαλής τους τον στρατηγό Ανατολικών Ιωάννη, τά ξίφη γυμνώσαντες και την στρατήγιον σκηνήν κυκλωσάμενοι επευφημούν αυτοκράτορα το Νικηφόρο πολύχρονων κράτος αύτω επευχόμενοι.
Όταν οι επευφημίες κάμπτουν την τυπική αντίσταση του Νικηφόρου που επιθυμεί μάλλον να τηρήσει κάποια προσχήματα, ο νέος αυτοκράτορας βγαίνει από τη σκηνή φορώντας ήδη τα ερυθρά πέδιλα, ζωσμένος το ξίφος του και στηριζόμενος σε δόρυ.
Ανεβαίνει σε ένα ύψωμα και δημηγορεί εις επήκοον της στρατιάς:
«Ο τωρινός μας αγώνας δεν είναι ούτε εναντίον των Αράβων της Κρήτης, ούτε εναντίον Σκυθών ή Αράβων που, χάρη στη δική σας αρετή, νικήσαμε ήδη, αλλά εναντίον της Ρωμαίων πολιτείας, σε ολόκληρη την επικράτεια της οποίας υπάρχουν δυσκολίες και αυτήν δεν μπορούμε να την κατακτήσουμε με μια έφοδο, όπως ένα φρούριο.
Περιβρέχεται από τη θάλασσα, διαθέτει οχυρά σε διάφορες τοποθεσίες, έχει πολυάριθμο άλκιμο πληθυσμό και υπερέχει σε πλούτο και κειμήλια από ολόκληρη την οικουμένη… Αναλογισθείτε λοιπόν τη δόξα που αποκτήσατε κερδίζοντας νίκες υπό τις διαταγές μου και ακολουθήστε με αμετάκλητα, επιστρατεύοντας την αρετή σας».
Η Καισαρεία με παρατεταγμένο τον στρατό της απειλεί την Κωνσταντινούπολη και, αν κρίνει κανείς από την περίπτωση αυτής της επιθεώρησης του στρατού, θα συμπεράνει ότι δεν νικά πάντα ό εν Κωνσταντινουπόλει καθεζόμενος, όπως θα ισχυριστεί λίγο περισσότερο από έναν αιώνα μετά ο Κεκαυμένος, επικουρούμενος ίσως και από το πραγματικό γεγονός ότι η Καισαρεία είχε σβήσει σχεδόν μαζί με τους Φωκάδες.
Διατρέχοντας τον Δέοντα Διάκονο, αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι η Καισαρεία και, γενικά, η Καππαδοκία δεν υπακούουν σε άλλον εκτός από τους Φωκάδες.
Οι εκστρατείες του Νικηφόρου Φωκά ξεκινούν συνήθως από την Καππαδοκία και επιστρέφουν σ’ αυτήν. Με αυτό, ίσως, υπόψη του, ο δουξ Βάρδας Φωκάς εξεγείρεται το 970 και φθάνει στην Καισαρεία, όπου προσπαθεί να συγκεντρώσει στρατό, όπως επτά χρόνια νωρίτερα ο θείος του Νικηφόρος.
Στην Καισαρεία θα απευθύνει γράμμα προς το στασιαστή Βάρδα Φωκά ο αυτοκράτορας πια Ιωάννης Τζιμισκής και ο στασιαστής θα απαντήσει με τρόπο υπερφίαλο.
Ο Φωκάς αντιμετωπίζοντας τον Βάρδα Σκληρό στο Διπόταμον – Μεσάνακτα, θα επιχειρήσει τον ίππου έπίβήναι και διιέναι το στράτευμα. Στην επιθεώρηση του στρατού του οι οιωνοί είναι κακοί καί η στρατιά της Καισαρείας θα διαλυθεί χωρίς να δώσει μάχη.
Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, στο θέμα Χαρσιανού που έχει για πρωτεύουσα του την Καισαρεία, ο Βάρδας Φωκάς θα ανακηρυχθεί αυτοκράτορας από τους ευγενείς συγγενείς του και τους ηγήτορες των στρατευμάτων της Ανατολής(Αύγουστος 987) και η τελευταία αυτή απόπειρα θα διαρκέσει ως το 989.
Στην συνέχεια, είναι το τέλος της Καισαρείας και των Φωκάδων και η οριστική επικράτηση της Κωνσταντινούπολης, που τόσο φαίνεται ότι εντυπωσίασε τον Κεκαυμένο τον ενδέκατο αιώνα.
Είναι ακριβώς την εποχή που περιγράφεται στο άρθρο που αποκρυσταλλώνονται τα Ακριτικά Έπη, και μέσα τους εντάσσεται η τάση εξέγερσης κατά της Αυτοκρατορίας.
Καταλαβαίνουμε, ακόμη, γιατί ο Διγενής παρουσιάζεται να γεννιέται στην Καππαδοκία, ακριβώς αυτήν την περίοδο.
Άλλωστε, ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Βάρδας Φωκάς και ο Τζιμισκής αναφέρονται ακόμα στα προφορικά παραδομένα Δημοτικά τραγούδια.
(skourtakrdiaf.blogspot.gr, yiorgosthalassis.blogspot.com)
«Επιθεώρηση ενόπλων δυνάμεων πριν από εκστρατεία»
Σύμφωνα με τον Νικηφόρο Βρυέννιο, στο τρίτο τέταρτο του ενδέκατου αιώνα, η αρχαία των Καππαδοκών μητρόπολις, φημί δη την περιβόητον Καισάρειαν, είχε τα τείχη της διερρωγότα και μόνο μερικοί πύργοι είχαν απομείνει, εις απόδειξιν οίμαι της παλαιάς ευδαιμονίας της πόλεως.
Η βαρύτητα, αν όχι η ευδαιμονία της Καισαρείας έναν αιώνα νωρίτερα από την εποχή που περιγράφει ο Βρυέννιος φαίνεται από το γεγονός ότι, το 956, ο νέος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πολύευκτος (956 – 970) χειροτονείται όχι από το μητροπολίτη Ηράκλειας Περίνθου, σύμφωνα με το έθος, αλλά από το μητροπολίτη Καισαρείας.
Ήδη από το 923, ο ευγενής και ικανότατος δομέστικος των σχολών Ιωάννης Κουρκούας φέρεται να έχει ως έδρα των στρατευμάτων του την Καισαρεία. Από εκεί, θα καταπνίξει την εξέγερση που θα ξεσπάσει στο θέμα Χαλδίας την εποχή αυτή.
Αν, από καθαρά στρατιωτική άποψη, η Καισαρεία ασκεί κάποια ιδιαίτερη επιρροή στα πράγματα της αυτοκρατορίας κατά το δεύτερο ήμισυ του δέκατου αιώνα, αυτό θα γίνει αισθητό στον τρόπο, με τον οποίο θα εκπληρωθεί ο χρησμός της Κρήτης.
Στις αρχές Ιουλίου του 963, ο δομέστικος των σχολών της Ανατολής Νικηφόρος Φωκάς μαζί με τον ανηψιό του στρατηγό των Ανατολικών Ιωάννη Τζιμισκήυποδέχεται την στρατιάν στην Καισαρεία.
Έπεί δε εντός ολίγων ημερών άπαν το της Ασίας προς αυτόν συνήθροιστο στράτευμα, οι στρατηγοί των θεμάτων με επικεφαλής τους τον στρατηγό Ανατολικών Ιωάννη, τά ξίφη γυμνώσαντες και την στρατήγιον σκηνήν κυκλωσάμενοι επευφημούν αυτοκράτορα το Νικηφόρο πολύχρονων κράτος αύτω επευχόμενοι.
Όταν οι επευφημίες κάμπτουν την τυπική αντίσταση του Νικηφόρου που επιθυμεί μάλλον να τηρήσει κάποια προσχήματα, ο νέος αυτοκράτορας βγαίνει από τη σκηνή φορώντας ήδη τα ερυθρά πέδιλα, ζωσμένος το ξίφος του και στηριζόμενος σε δόρυ.
Ανεβαίνει σε ένα ύψωμα και δημηγορεί εις επήκοον της στρατιάς:
«Ο τωρινός μας αγώνας δεν είναι ούτε εναντίον των Αράβων της Κρήτης, ούτε εναντίον Σκυθών ή Αράβων που, χάρη στη δική σας αρετή, νικήσαμε ήδη, αλλά εναντίον της Ρωμαίων πολιτείας, σε ολόκληρη την επικράτεια της οποίας υπάρχουν δυσκολίες και αυτήν δεν μπορούμε να την κατακτήσουμε με μια έφοδο, όπως ένα φρούριο.
Περιβρέχεται από τη θάλασσα, διαθέτει οχυρά σε διάφορες τοποθεσίες, έχει πολυάριθμο άλκιμο πληθυσμό και υπερέχει σε πλούτο και κειμήλια από ολόκληρη την οικουμένη… Αναλογισθείτε λοιπόν τη δόξα που αποκτήσατε κερδίζοντας νίκες υπό τις διαταγές μου και ακολουθήστε με αμετάκλητα, επιστρατεύοντας την αρετή σας».
Η Καισαρεία με παρατεταγμένο τον στρατό της απειλεί την Κωνσταντινούπολη και, αν κρίνει κανείς από την περίπτωση αυτής της επιθεώρησης του στρατού, θα συμπεράνει ότι δεν νικά πάντα ό εν Κωνσταντινουπόλει καθεζόμενος, όπως θα ισχυριστεί λίγο περισσότερο από έναν αιώνα μετά ο Κεκαυμένος, επικουρούμενος ίσως και από το πραγματικό γεγονός ότι η Καισαρεία είχε σβήσει σχεδόν μαζί με τους Φωκάδες.
Διατρέχοντας τον Δέοντα Διάκονο, αποκομίζει κανείς την εντύπωση ότι η Καισαρεία και, γενικά, η Καππαδοκία δεν υπακούουν σε άλλον εκτός από τους Φωκάδες.
Οι εκστρατείες του Νικηφόρου Φωκά ξεκινούν συνήθως από την Καππαδοκία και επιστρέφουν σ’ αυτήν. Με αυτό, ίσως, υπόψη του, ο δουξ Βάρδας Φωκάς εξεγείρεται το 970 και φθάνει στην Καισαρεία, όπου προσπαθεί να συγκεντρώσει στρατό, όπως επτά χρόνια νωρίτερα ο θείος του Νικηφόρος.
Στην Καισαρεία θα απευθύνει γράμμα προς το στασιαστή Βάρδα Φωκά ο αυτοκράτορας πια Ιωάννης Τζιμισκής και ο στασιαστής θα απαντήσει με τρόπο υπερφίαλο.
Ο Φωκάς αντιμετωπίζοντας τον Βάρδα Σκληρό στο Διπόταμον – Μεσάνακτα, θα επιχειρήσει τον ίππου έπίβήναι και διιέναι το στράτευμα. Στην επιθεώρηση του στρατού του οι οιωνοί είναι κακοί καί η στρατιά της Καισαρείας θα διαλυθεί χωρίς να δώσει μάχη.
Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, στο θέμα Χαρσιανού που έχει για πρωτεύουσα του την Καισαρεία, ο Βάρδας Φωκάς θα ανακηρυχθεί αυτοκράτορας από τους ευγενείς συγγενείς του και τους ηγήτορες των στρατευμάτων της Ανατολής(Αύγουστος 987) και η τελευταία αυτή απόπειρα θα διαρκέσει ως το 989.
Στην συνέχεια, είναι το τέλος της Καισαρείας και των Φωκάδων και η οριστική επικράτηση της Κωνσταντινούπολης, που τόσο φαίνεται ότι εντυπωσίασε τον Κεκαυμένο τον ενδέκατο αιώνα.
Είναι ακριβώς την εποχή που περιγράφεται στο άρθρο που αποκρυσταλλώνονται τα Ακριτικά Έπη, και μέσα τους εντάσσεται η τάση εξέγερσης κατά της Αυτοκρατορίας.
Καταλαβαίνουμε, ακόμη, γιατί ο Διγενής παρουσιάζεται να γεννιέται στην Καππαδοκία, ακριβώς αυτήν την περίοδο.
Άλλωστε, ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Βάρδας Φωκάς και ο Τζιμισκής αναφέρονται ακόμα στα προφορικά παραδομένα Δημοτικά τραγούδια.
(skourtakrdiaf.blogspot.gr, yiorgosthalassis.blogspot.com)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου