Το 1930, έντονα μεταφυσικά φαινόμενα συνέβησαν στο Παλαιό Φάληρο, στο
σπίτι του Δημ. Αγριανίτου και στο γειτονικό σπίτι του θείου του, ο
οποίος ήταν μορφωμένος
κληρικός, καθηγητής Θεολογίας.
Το πρώτο κρούσμα ήταν ο ξεριζωμός των λουλουδιών στο χώρο ανάμεσα στα δύο σπίτια. Από τις 21 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, όμως, άρχισαν να σημειώνονται αυτόματες αναφλέξεις. Αρχικά
κάηκε ένα καλάθι στο υπόγειο, μετά το κρεβάτι της Άννας Παρίση (συγγενής πρώτου βαθμού του Δημ. Αγριανίτου), ένα τραπεζομάντηλο και τα ασπρόρουχα του ιερέα. Λίγο αργότερα ξεκίνησε εσωτερικός λιθοβολισμός τους σπιτιού, πρώτα των τοίχων και μετά των τζαμιών. Όλες αυτές οι ζημιές οδήγησαν τους ενοίκους να καλέσουν την αστυνομία, υποπτευόμενοι εξωτερικούς εχθρούς. Μα, η αστυνομία, μετά από έρευνα, δεν κατόρθωσε να ανακαλύψει κάτι.
Τότε, τα φαινόμενα άρχισαν να δυναμώνουν. Σε δωμάτια που δεν ήταν κανείς εκείνη τη στιγμή, γυάλινα και πήλινα σκεύη εκσφενδονίζονταν παντού με μένος! Όλα αυτά
επαναλαμβάνονταν με τέτοια συχνότητα, ώστε πολλές φορές υπήρξαν και αξιοσέβαστοι μάρτυρες των γεγονότων, όπως ο Αρχιμανδρίτης Ανδρέας Μαντούδης, οι Επίσκοποι Βρεσθένης και Κυθήρων, καθηγητές και άλλοι…
Η Άννα Παρίση είδε μια μέρα ένα μεταλλικό μαχαίρι να διαγράφει απειλητικά κύκλους μπροστά από το πρόσωπό της, αλλά και διάφορα αντικείμενα άλλαζαν διαρκώς θέσεις,
ξαφνιάζοντας τους πάντες. Ακόμη και φρέσκα τρόφιμα άρχισαν να χαλάνε ανεξήγητα ή να βρίσκονται στα πιο παράξενα σημεία.
Μια μέρα που η Άννα Παρίση απολάμβανε τη συντροφιά των δεσποινίδων Γερδένη, δέχτηκε ένα μεταλλικό δίσκο σερβιρίσματος στο κεφάλι, που παραλίγο να τη σκοτώσει. Λίγο αργότερα, πιατοθήκες και ερμάρια σωριάστηκαν παταγωδώς στο πάτωμα, αφήνοντας θρύψαλα και τρομοκρατώντας όλους τους παριστάμενους.
Μην έχοντας άλλη επιλογή, ο παπάς αποφάσισε να κάνει αγιασμό. Τοποθέτησε, λοιπόν, την εικόνα των Ταξιαρχών πάνω σ’ ένα κάθισμα, άναψε ένα κερί και ξεκίνησε να διαβάζει ευχές. Τότε, μια κάλτσα που βρισκόταν στην κουζίνα, εμφανίστηκε από το πουθενά, σκέπασε το κερί και το έσβησε. Ο παπάς, εμβρόντητος και καταστενοχωρημένος, μονολόγησε: “Άγιε μου Ταξιάρχη, πώς επιτρέπεις να γίνονται τέτοια πράγματα εμπρός σου;”
Τότε, αντί να σταματήσουν τα φαινόμενα, μια κανάτα γεμάτη νερό διέγραψε καμπύλη τροχιά, χτύπησε με ορμή τον τοίχο πάνω απ’ την εικόνα χωρίς να σπάσει, αναπήδησε,
πέρασε ξυστά από το στήθος του παπά, τον κατάβρεξε ολόκληρο και θρυμματίστηκε στα πόδια του. Συνειδητοποίησαν πως ούτε η αστυνομία, ούτε και η θρησκεία μπορούσαν να τους προφυλάξουν. Από κείνη τη στιγμή κι έπειτα, δεν έκαναν τίποτα αν δεν κρατούσαν στο χέρι τους σταυρό, σαν μοναδικό όπλο κατά του αόρατου εχθρού…
Κάποιο βράδυ, ο 16χρονος γιος του Αγριανίτου Μιχαήλ πήγε να πάρει φαγητό από το σπίτι του θείου του με τη συνοδεία ενός αστυνομικού. Ο νεαρός, όπως τον είχαν
συμβουλέψει, κρατούσε στα χέρια του σταυρό. Όταν πήρε το φαγητό, έδωσε το σταυρό για λίγο στον αστυνομικό. Αμέσως, όμως, ένα τούβλο ξεκόλλησε απ’ την οροφή και χτύπησε τον δύστυχο αστυνομικό στο κεφάλι!
Άλλοτε, μια Κυριακή, το μέντιουμ που είχαν καλέσει να τους βοηθήσει, κοιμόταν στην τραπεζαρία. Οι υπόλοιποι κάθονταν στην ταράτσα. Ξαφνικά, άκουσαν έναν ισχυρό κρότο, σαν κάτι να έπεσε με ορμή, και ύστερα γρονθοκοπήματα πάνω στην πόρτα, που συγκλόνιζαν την πολύπαθη οικία. Κατέβηκαν να δουν τι είχε συμβεί και ήρθαν αντιμέτωποι με το κάθιδρο και πανικόβλητο μέντιουμ ,με διάσπαρτα γύρω του συντρίμμια, από οικιακά αντικείμενα που είχαν διαλυθεί με σφοδρότητα. Ανέβηκαν τρέχοντας στην ταράτσα, μα οι εξαγριωμένοι κρότοι συνεχίζονταν. Μην αντέχοντας άλλο ο παπάς , φώναξε αγανακτισμένος: “Μα τι θέλεις από μας; Θέλεις να προσευχηθώ για σένα; Αν το θες, χτύπα μια φορά!”. Ευθύς ακούστηκαν τέσσερα χτυπήματα, τρία μαζί και το τέταρτο, χωριστά.
Μια μέρα επισκέφτηκε την οικογένεια ο Επίσκοπος Βρεσθένης, για να τελέσει αγιασμό. Μα, ξαφνικά, μερικά επιχρυσωμένα καρύδια από χριστουγεννιάτικο δέντρο που βρίσκονταν στην εταζέρα του επάνω ορόφου, βρέθηκαν στον κάτω όροφο, χτυπώντας τον Επίσκοπο στο κεφάλι. Ταυτοχρόνως, χάθηκαν δια μαγείας το μεταξωτό περιλαίμιο και τα χρυσά γυαλιά του επισκόπου Κυθήρων, ενώ έσπασε σε κομμάτια η ποιμαντορική ράβδος του Αρχιμανδρίτη Ανδρέα Μαντούδη. Ο παπάς παρακάλεσε τον Αρχιμανδρίτη να δεχτεί ως δώρο τη δική του εβένινη ράβδο με λαβή από ελεφαντόδοντο. Αναπάντεχα τελείως, η δεύτερη ράβδος κομματιάστηκε κι αυτή!
Πολλά ακόμα τέτοια ανεξήγητα φαινόμενα συνέχιζαν να συμβαίνουν. Αντικείμενα τραυμάτιζαν τους ενοίκους και τους επισκέπτες του στοιχειωμένου σπιτιού, ενώ οι γάτες της αυλής ούρλιαζαν με έναν εξωπραγματικό τρόπο, κάθε φορά που εκδηλώνονταν τα απόκοσμα γεγονότα, τρομοκρατώντας τους γείτονες, που ασφάλιζαν τα πορτοπαράθυρά τους. Ο σκύλος της οικογένειας λούφαζε φοβισμένος ή έτρεχε να επιτεθεί στους δικούς του.
Όλα αυτά τα φοβερά και ασυνήθιστα δημοσιεύτηκαν σε άρθρο του Κ. Λόντου, Αντιπροέδρου του Συνδέσμου των “Φίλων της Μεταψυχικής”, με τίτλο “Τηλεκινητικά φαινόμενα Π. Φαλήρου”, στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» στις 26/01/1963…
κληρικός, καθηγητής Θεολογίας.
Το πρώτο κρούσμα ήταν ο ξεριζωμός των λουλουδιών στο χώρο ανάμεσα στα δύο σπίτια. Από τις 21 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, όμως, άρχισαν να σημειώνονται αυτόματες αναφλέξεις. Αρχικά
κάηκε ένα καλάθι στο υπόγειο, μετά το κρεβάτι της Άννας Παρίση (συγγενής πρώτου βαθμού του Δημ. Αγριανίτου), ένα τραπεζομάντηλο και τα ασπρόρουχα του ιερέα. Λίγο αργότερα ξεκίνησε εσωτερικός λιθοβολισμός τους σπιτιού, πρώτα των τοίχων και μετά των τζαμιών. Όλες αυτές οι ζημιές οδήγησαν τους ενοίκους να καλέσουν την αστυνομία, υποπτευόμενοι εξωτερικούς εχθρούς. Μα, η αστυνομία, μετά από έρευνα, δεν κατόρθωσε να ανακαλύψει κάτι.
Τότε, τα φαινόμενα άρχισαν να δυναμώνουν. Σε δωμάτια που δεν ήταν κανείς εκείνη τη στιγμή, γυάλινα και πήλινα σκεύη εκσφενδονίζονταν παντού με μένος! Όλα αυτά
επαναλαμβάνονταν με τέτοια συχνότητα, ώστε πολλές φορές υπήρξαν και αξιοσέβαστοι μάρτυρες των γεγονότων, όπως ο Αρχιμανδρίτης Ανδρέας Μαντούδης, οι Επίσκοποι Βρεσθένης και Κυθήρων, καθηγητές και άλλοι…
Η Άννα Παρίση είδε μια μέρα ένα μεταλλικό μαχαίρι να διαγράφει απειλητικά κύκλους μπροστά από το πρόσωπό της, αλλά και διάφορα αντικείμενα άλλαζαν διαρκώς θέσεις,
ξαφνιάζοντας τους πάντες. Ακόμη και φρέσκα τρόφιμα άρχισαν να χαλάνε ανεξήγητα ή να βρίσκονται στα πιο παράξενα σημεία.
Μια μέρα που η Άννα Παρίση απολάμβανε τη συντροφιά των δεσποινίδων Γερδένη, δέχτηκε ένα μεταλλικό δίσκο σερβιρίσματος στο κεφάλι, που παραλίγο να τη σκοτώσει. Λίγο αργότερα, πιατοθήκες και ερμάρια σωριάστηκαν παταγωδώς στο πάτωμα, αφήνοντας θρύψαλα και τρομοκρατώντας όλους τους παριστάμενους.
Μην έχοντας άλλη επιλογή, ο παπάς αποφάσισε να κάνει αγιασμό. Τοποθέτησε, λοιπόν, την εικόνα των Ταξιαρχών πάνω σ’ ένα κάθισμα, άναψε ένα κερί και ξεκίνησε να διαβάζει ευχές. Τότε, μια κάλτσα που βρισκόταν στην κουζίνα, εμφανίστηκε από το πουθενά, σκέπασε το κερί και το έσβησε. Ο παπάς, εμβρόντητος και καταστενοχωρημένος, μονολόγησε: “Άγιε μου Ταξιάρχη, πώς επιτρέπεις να γίνονται τέτοια πράγματα εμπρός σου;”
Τότε, αντί να σταματήσουν τα φαινόμενα, μια κανάτα γεμάτη νερό διέγραψε καμπύλη τροχιά, χτύπησε με ορμή τον τοίχο πάνω απ’ την εικόνα χωρίς να σπάσει, αναπήδησε,
πέρασε ξυστά από το στήθος του παπά, τον κατάβρεξε ολόκληρο και θρυμματίστηκε στα πόδια του. Συνειδητοποίησαν πως ούτε η αστυνομία, ούτε και η θρησκεία μπορούσαν να τους προφυλάξουν. Από κείνη τη στιγμή κι έπειτα, δεν έκαναν τίποτα αν δεν κρατούσαν στο χέρι τους σταυρό, σαν μοναδικό όπλο κατά του αόρατου εχθρού…
Κάποιο βράδυ, ο 16χρονος γιος του Αγριανίτου Μιχαήλ πήγε να πάρει φαγητό από το σπίτι του θείου του με τη συνοδεία ενός αστυνομικού. Ο νεαρός, όπως τον είχαν
συμβουλέψει, κρατούσε στα χέρια του σταυρό. Όταν πήρε το φαγητό, έδωσε το σταυρό για λίγο στον αστυνομικό. Αμέσως, όμως, ένα τούβλο ξεκόλλησε απ’ την οροφή και χτύπησε τον δύστυχο αστυνομικό στο κεφάλι!
Άλλοτε, μια Κυριακή, το μέντιουμ που είχαν καλέσει να τους βοηθήσει, κοιμόταν στην τραπεζαρία. Οι υπόλοιποι κάθονταν στην ταράτσα. Ξαφνικά, άκουσαν έναν ισχυρό κρότο, σαν κάτι να έπεσε με ορμή, και ύστερα γρονθοκοπήματα πάνω στην πόρτα, που συγκλόνιζαν την πολύπαθη οικία. Κατέβηκαν να δουν τι είχε συμβεί και ήρθαν αντιμέτωποι με το κάθιδρο και πανικόβλητο μέντιουμ ,με διάσπαρτα γύρω του συντρίμμια, από οικιακά αντικείμενα που είχαν διαλυθεί με σφοδρότητα. Ανέβηκαν τρέχοντας στην ταράτσα, μα οι εξαγριωμένοι κρότοι συνεχίζονταν. Μην αντέχοντας άλλο ο παπάς , φώναξε αγανακτισμένος: “Μα τι θέλεις από μας; Θέλεις να προσευχηθώ για σένα; Αν το θες, χτύπα μια φορά!”. Ευθύς ακούστηκαν τέσσερα χτυπήματα, τρία μαζί και το τέταρτο, χωριστά.
Μια μέρα επισκέφτηκε την οικογένεια ο Επίσκοπος Βρεσθένης, για να τελέσει αγιασμό. Μα, ξαφνικά, μερικά επιχρυσωμένα καρύδια από χριστουγεννιάτικο δέντρο που βρίσκονταν στην εταζέρα του επάνω ορόφου, βρέθηκαν στον κάτω όροφο, χτυπώντας τον Επίσκοπο στο κεφάλι. Ταυτοχρόνως, χάθηκαν δια μαγείας το μεταξωτό περιλαίμιο και τα χρυσά γυαλιά του επισκόπου Κυθήρων, ενώ έσπασε σε κομμάτια η ποιμαντορική ράβδος του Αρχιμανδρίτη Ανδρέα Μαντούδη. Ο παπάς παρακάλεσε τον Αρχιμανδρίτη να δεχτεί ως δώρο τη δική του εβένινη ράβδο με λαβή από ελεφαντόδοντο. Αναπάντεχα τελείως, η δεύτερη ράβδος κομματιάστηκε κι αυτή!
Πολλά ακόμα τέτοια ανεξήγητα φαινόμενα συνέχιζαν να συμβαίνουν. Αντικείμενα τραυμάτιζαν τους ενοίκους και τους επισκέπτες του στοιχειωμένου σπιτιού, ενώ οι γάτες της αυλής ούρλιαζαν με έναν εξωπραγματικό τρόπο, κάθε φορά που εκδηλώνονταν τα απόκοσμα γεγονότα, τρομοκρατώντας τους γείτονες, που ασφάλιζαν τα πορτοπαράθυρά τους. Ο σκύλος της οικογένειας λούφαζε φοβισμένος ή έτρεχε να επιτεθεί στους δικούς του.
Όλα αυτά τα φοβερά και ασυνήθιστα δημοσιεύτηκαν σε άρθρο του Κ. Λόντου, Αντιπροέδρου του Συνδέσμου των “Φίλων της Μεταψυχικής”, με τίτλο “Τηλεκινητικά φαινόμενα Π. Φαλήρου”, στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» στις 26/01/1963…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου